Τρίτη 27 Ιουλίου 2021

Υπάρχειν




Η λέξη «σκοτάδι» δεν έχει έννοια χωρίς κάτι το αντίθετο που να προσδιορίζει την φύση του. Πρέπει να σκεφτούμε «φως» για να κατανοήσουμε τι εννοεί η λέξη «σκοτάδι».

Και πάλι, όπως πότε-πότε, αραιά και που, μια ανάρτηση για θέματα που με ενδιαφέρουν και σκέπτομαι συνέχεια από παιδί. Θα μου δώσετε μεγάλη χαρά αν καταφέρετε να την διαβάσετε όλη :-)

Όλα τα δεδομένα και στοιχεία και μετρήσεις που αναφέρονται παρακάτω είναι ακριβέστατα η τελευταία λέξη και πλειοψηφική γνώμη της επιστήμης, σήμερα.

Σημείωση: Ο όρος «γραμμικός χρόνος» εννοεί το πέρασμα του χρόνου όπως το κατανοούμε, μια ευθεία γραμμή, ένας δρόμος μιας κατεύθυνσης, από το παρελθόν στο παρόν στο μέλλον. Ο «μη-γραμμικός χρόνος» εννοεί όλα όσα συνέβησαν, συμβαίνουν και θα συμβούν, να συμβαίνουν ταυτόχρονα χωρίς μήκος γραμμής ή «δρόμου».

 

Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι οικείοι με την έννοια του να αναγνωρίζουμε και να ξεχωρίζουμε τα δέντρα και το δάσος. Η έννοια σημαίνει το να κατανοούμε την διαφορά μεταξύ ενός συνόλου και των στοιχείων που το αποτελούν, δίνοντας ίδιου βάρους αλλά διαφορετικής φύσης σημασία και στις δύο οπτικές, του συνόλου, και του κάθε στοιχείου που το αποτελεί. «Δάσος» και «δέντρα» είναι μεταφορικές έννοιες, για να εικονογραφήσουν το πλαίσιο της κριτικής και αναλυτικής σκέψης πάνω σε οποιοδήποτε θέμα.

Διατηρώντας την μεταφορική αυτή εικονογράφηση, ας μπούμε σε περισσότερη λεπτομέρεια: Η έννοια «Δέντρα» συμπεριλαμβάνει πολλών ειδών και μεγεθών δέντρα, αλλά και θάμνους, χόρτα, λουλούδια. Έπειτα είναι και οι ζώντες οργανισμοί από μυρμήγκια έως πιθήκους, αλλά και μικρόβια, που ζουν μέσα στο «Δάσος». Και, φυσικά, η εικονογράφηση του δάσους δεν θα ήταν πλήρης αν δεν συμπεριληφθεί στην εικόνα και ο άνθρωπος που κοιτάει το δάσος, και εμείς που κοιτάμε τον άνθρωπο που κοιτάει το δάσος.

Έπειτα, τι συμπεριλαμβάνει η έννοια «Δάσος»; Ένα μεμονωμένο δάσος, ας πούμε διαμέτρου ενός χιλιομέτρου, στο Τατόι, ή ένα δασάκι σαν τον Κήπο δίπλα στην Βουλή στην Αθήνα, ή ένα δάσος σαν τον Αμαζόνιο, διαμέτρου πάνω από τρεις χιλιάδες χιλιόμετρα;

Και, στο πλαίσιο της εικονογράφησης αυτού του σκεπτικού, γιατί το «Δάσος» να είναι μόνο ο Αμαζόνιος. Γιατί όχι όλα τα δάση του πλανήτη; Και αν σκεφτούμε ότι αντικειμενικά η έννοια, μεταφορικά, θα περιλάμβανε όλη τη βλάστηση του πλανήτη, και χλωρίδα αλλά και πανίδα, γιατί μόνο του πλανήτη μας και όχι όλη την χλωρίδα και πανίδα που υπάρχει σε όλους τους πλανήτες του Γαλαξία μας; Γιατί μόνο του Γαλαξία μας και όχι όλου του Σύμπαντος.

Εμείς, με τα πολύ στενά βιολογικά, οργανικά όριά μας και δομή, αντιλαμβανόμαστε το Σύμπαν σε τρεις διαστάσεις μέσα στα πλαίσια των οποίων γεγονότα συμβαίνουν και εξελίσσονται αλληλένδετα σε γραμμικό χρόνο: πριν-τώρα-μετά: η συνειδητοποίηση της ροής του γραμμικού χρόνου είναι η βάση της αντίληψης της «ύπαρξης»: σκέπτομαι, άρα υπάρχω. Για εμάς, το Σύμπαν είναι το παν που υπήρξε, υπάρχει και θα υπάρξει. Ενώ είμαστε ομοούσια μέρη του σύμπαντος θεωρούμε εαυτόν ξεχωριστό από το σύμπαν. Ξεχωριστό σαν τον άνθρωπο που κοιτάει το δάσος.

Στο τέλος της ικανότητας διανόησης που είναι εφικτή από τον βιολογικό μας οργανικό εγκέφαλο, όσον αφορά την μεταφορική έννοια «Δάσος και Δέντρα», βρίσκεται η ερώτηση: Πόσο μεγάλο είναι το «Δάσος», Σύμπαν. Στην ερώτηση αυτή, συνήθως ξεχνάμε, ή αποφεύγουμε, ή δεν κατανοούμε, το ότι η έκφραση «Σύμπαν» είναι αφηρημένη αν δεν προσδιορίσουμε την διαφορά στην αντίληψή μας μεταξύ των διαστάσεων του σύμπαντος και τον χρόνο ύπαρξης του σύμπαντος. Στον Ορίζοντα αυτής της σκέψης βρίσκεται μια πολύ απλή ερώτηση: Είναι άραγε το μέγεθος του Σύμπαντος άπειρο, ή έχει συγκεκριμένο μέγεθος που κάπου να σταματά; Πιο αναλυτικά, αυτή δεν είναι μια ερώτηση αλλά δύο: 1) Έχει το σύμπαν άπειρο μέγεθος; Και, 2) Υπάρχει το σύμπαν σε άπειρο χρόνο.

Εμείς μπορούμε να κατανοήσουμε χρόνο και χρόνο σαν δύο διαφορετικές εκφράσεις εμπειρίας. Αυτό είναι το πρώτο μας πρόβλημα. Είναι πρόβλημα επειδή στην δομή του σύμπαντος ο χρόνος δεν είναι κάτι που εξελίσσεται στον χώρο, αλλά είναι συνεχές και μη-γραμμικό μέρος του χώρου. Χωροχρόνος. Το σύμπαν είναι ο χωροχρόνος. Είναι άραγε άπειρο ή έχει τέλος;

Η λέξη «Άπειρο» αναφέρεται στην έννοια του να μην υπάρχει τέλος. Απόσταση χωρίς τέλος. Χρόνος χωρίς τέλος. Μάζα (βάρος) χωρίς τέλος. Σύμπαν χωρίς τέλος.

Κάτι που είναι «Άπειρο» δεν μπορεί εκ προσδιορισμού, μόνο να μην έχει τέλος αλλά πρέπει να μην έχει και αρχή. Μιλάμε για ένα όριο, ένα σύνορο, ένα φυσικό σημείο. Αν κάτι έχει αρχή αλλά δεν έχει τέλος, έχει ένα όριο, ένα σημείο, την αρχή του. Το πραγματικό άπειρο δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος. Ο ανθρώπινος νους μπορεί να εξηγήσει, θεωρητικά, το άπειρο, αλλά δεν έχει την ικανότητα διανόησης να το συλλάβει, το άπειρο, σαν έννοια πραγματικότητας.

Ένας τρόπος να σκεφτούμε το άπειρο είναι να κατανοήσουμε ότι αν αφαιρέσουμε ένα δισεκατομμύριο τρισεκατομμύρια μονάδες από το άπειρο, μας μένει το άπειρο. Ότι και να αφαιρέσουμε ή  να προσθέσουμε στο άπειρο, ξεκινάμε με άπειρο, πριν την αφαίρεση ή πρόσθεση, και καταλήγουμε σε άπειρο μετά την αφαίρεση ή πρόσθεση. Σκεφτείτε τούτο: Αν αφαιρέσουμε το άπειρο από το άπειρο, μας μένει άπειρο. Αν προσθέσουμε άπειρο στο άπειρο, έχουμε άπειρο. Μια καλή ερώτηση είναι σε τι διαφέρει το Άπειρο από το Μηδέν; 

Είναι, το Άπειρο και το Μηδέν δύο αντίθετα όπως το Μαύρο και το Άσπρο; Ή μήπως η διαφορά του Άπειρου από το Μηδέν μοιάζει περισσότερο με την διαφορά μεταξύ της ώρας 00:00:01 και 11:59:59 στον κύκλο ενός ρολογιού; Τα δύο αυτά σημεία του ρολογιού έχουνε χρονική απόσταση μεταξύ τους, ταυτόχρονα, και έντεκα ώρες, πενήντα εννέα λεπτά και πενήντα εννέα δευτερόλεπτα, αλλά και ένα μόνο δευτερόλεπτο.  Ή μήπως η διαφορά δεν είναι ούτε καν το δευτερόλεπτο, αλλά είναι το αν κοιτάς το 12:00 στην κορφή του κύκλου του ρολογιού από τα αριστερά, ερχόμενος από τις 11:00 ή το αν το κοιτάς από τα δεξιά, ερχόμενος από τις 01:00;

Ρωτάμε αν το σύμπαν είναι άπειρο ή αν έχει τέλος σε διάσταση και χρόνο. Σκεπτόμενοι το σύμπαν, σκεπτόμαστε την έκτασή του, δηλαδή πόσο μακριά φτάνει, και, ξεχωριστά σκεφτόμαστε και το πόσο χρόνο θα διαρκέσει. Στο βιολογικά/οργανικά θεμελιωμένο σκεπτικό μας, βλέπουμε σαν πιθανό να είναι άπειρο το μέγεθος του σύμπαντος, και, ξεχωριστά να είναι άπειρη η χρονική διάρκεια του σύμπαντος. Κατά τα όρια της ικανότητάς μας για διανόηση, μπορεί το σύμπαν να είναι άπειρο σε μέγεθος αλλά να έχει κάποτε τέλος στον χρόνο ύπαρξής του. Ή μπορεί το σύμπαν να έχει συγκεκριμένο μέγεθος αλλά να υπάρχει επ’ άπειρο. Ή να έχει συγκεκριμένο μέγεθος και συγκεκριμένη διάρκεια ύπαρξης. Ή, και πάλι, να έχει άπειρο μέγεθος και άπειρη διάρκεια ύπαρξης.

Όμως το να υποθέτουμε την πιθανότητα ορίου στον χώρο ή στον χρόνο είναι μια παγίδα διανόησης. Επειδή, αν το σύμπαν έχει συγκεκριμένο χώρο που κάπου σταματά, τότε, που βρίσκεται αυτό το σύμπαν; Τι υπάρχει πέρα από τα όριά του; Και, αν το σύμπαν υπάρχει για συγκεκριμένο χρόνο, με αρχή και τέλος, τι συνέβη πριν; Και τι θα συμβεί μετά την χρονική ύπαρξη του σύμπαντος. Άρα, και αν ακόμη αποδώσουμε την πιθανότητα ορίων στον χώρο ή, και στον χρόνο, και πάλι οδηγούμαστε, από την επόμενη ερώτηση, στο άπειρο.

Το πρώτο μας λάθος είναι ότι ξεχωρίζουμε το μέγεθος από τον χρόνο ύπαρξης. Είναι σαν να ξεχωρίζουμε, ας πούμε, την χλωρίδα και την πανίδα του «δάσους» χωρίς να κατανοούμε ότι και τα φυτά (χλωρίδα) είναι ζωντανά, άρα η διαχώριση χλωρίδας και πανίδας είναι αυθαίρετη και άνευ νοήματος. Και ξεχνάμε ότι όλο το «δάσος» βρίσκεται πάνω σε έδαφος, χώμα και βράχια, και ότι, συνεπώς, στην έννοια «Δάσος και Δέντρα» εννοούμε όλα, φυτά, ζώα, οργανισμούς, μικρόβια, δέντρα, θάμνους, λουλούδια… και το έδαφος στο οποίο βρίσκεται. Το Παν.

Το δεύτερο λάθος μας είναι η αίσθηση που δίνουμε στην υφή του χρόνου, και πόσο «γρήγορα» κυλά.

Έχουμε αποδείξει (για την ώρα) ότι το σύμπαν έχει ηλικία 13,8 δισεκατομμύρια χρόνια, δηλαδή, 13.800.000.000 χρόνια. Πιστεύουμε ότι έχει αρχή στον χρόνο, την στιγμή του Μεγάλου Μπαμ, και δεν γνωρίζουμε αν θα έχει χρονικό τέλος ή αν θα συνεχίσει επ’ άπειρο, και λέμε ότι από την αρχή του σύμπαντος μέχρι σήμερα έχουν περάσει 13.800.000.000 χρόνια.

Τι εννοούμε με την λέξη «χρόνια»; Ένας χρόνος είναι μια περιστροφή του πλανήτη Γη γύρω από το άστρο Ήλιος. Δηλαδή, το σύμπαν υπάρχει για χρόνο που αντιπροσωπεύεται από 13.800.000.000 περιστροφές της Γης γύρω από τον Ήλιο (κι’ ας έχει υπάρξει το ηλιακό μας σύστημα για μόνο 4,5 από τα τελευταία 13,8 δισεκατομμύρια «χρόνια»).

Και πόσο «μακρύς» είναι ένας χρόνος; Όλη μας η ύπαρξη του καθενός είναι, ας πούμε, περίπου 80 ή 90, ή 100 περιστροφές της Γης γύρω από τον Ήλιο. Για μας, μια ολόκληρη ζωή. Τόσο πολύς χρόνος, 80, 90, 100 χρόνια, από μωράκια μέχρι βαθιά ηλικιωμένοι και ηλικιωμένες… Στην «ηλικία» του σύμπαντος χωράνε οι ολόκληρες ζωές 172 εκατομμυρίων ανθρώπων, η μία μετά την άλλη. Τα 13.800.000.000 χρόνια είναι πολύς, πολύς καιρός, κατά την δική μας αίσθηση του περάσματος του χρόνου. 172 εκατομμύρια ζωές.

Τώρα, κοιτάξτε έναν ανεμιστήρα. Τα φτερά του γυρνάνε με ταχύτητα περίπου 250 περιστροφές το λεπτό. Φανταστείτε ότι το κέντρο του ανεμιστήρα είναι ο ήλιος και στην άκρη ενός από τα φτερά είναι η Γη. Ο ανεμιστήρας γύρισε 13.800.000.000 φορές από την γέννηση του σύμπαντος, όμως, σε ανθρώπινη αίσθηση του περάσματος του χρόνου, κοιτάζοντας τον ανεμιστήρα να γυρνά τόσο γρήγορα που δεν ξεχωρίζουμε καν τα φτερά του ανεμιστήρα, η αίσθηση της ηλικίας του σύμπαντος, αν η Γη γυρνά σαν ανεμιστήρας γύρω από τον ήλιο, είναι 105 χρόνια εμπειρίας μας, όχι 13,800,000,000.

Η αίσθηση του χρόνου όπως την συλλαμβάνουμε εμείς έχει έννοια μόνο για εμάς και τον οργανικό μας εγκέφαλο και το βιολογικά εξελισσόμενο κορμί μας. Όσον αφορά την αίσθηση του πόσο «μακρύς» είναι ο «χρόνος», το πόσο γρήγορα ή αργά κυλά η εμπειρία του χρόνου. Δεν υπάρχει στο σύμπαν τίποτα που να το προσδιορίζει. Το σύμπαν δεν «αισθάνεται» αν ο χρόνος είναι μια ολόκληρη ζωή ή ένα κλάσμα του δευτερολέπτου. Για εμάς, μια ολόκληρη ζωή είναι περίπου 80 χρόνια. Για μια μύγα, μια ολόκληρη ζωή είναι περίπου 24 ανθρώπινες ώρες.

Αν ένας άνθρωπος επιβιβαστεί σε ένα υπερωκεάνιο στο Σάουθάμπτον να ταξιδέψει στην Νέα Υόρκη, θα φτάσει σε πέντε μέρες και αυτές οι πέντε μέρες αντιπροσωπεύουν το 1/5.840 της ζωής του των περίπου 29.200 ημερών. Αν μαζί με τον άνθρωπο, στο Σάουθάμπτον, επιβιβαστεί και μία μύγα, στην Νέα Υόρκη θα φτάσουν τα δισέγγονά της.

Στην αρχή της διαδικασίας κατανόησης του τι είναι χρόνος βρίσκεται η απόπειρα να κατανοήσουμε ότι η αίσθησή μας του μήκους του χρόνου είναι αυθαίρετη και άνευ νοήματος, πέρα του τι σημαίνει για εμάς. Ένας άλλος τρόπος να το επεξεργαστούμε αυτό είναι να αισθανθούμε πως περνάει ο χρόνος για μας κατά την διάρκεια της ημέρας και μετά να συλλογιστούμε ότι ένα όνειρο που είδαμε όταν κοιμόμασταν εχτές φάνηκε σαν να διήρκεσε πολλές ώρες ενώ στην πραγματικότητα ένας ηλεκτρονικός μετρητής θα είχε μετρήσει ότι ο εγκέφαλός μας ονειρεύτηκε για ενάμισι ή δύο λεπτά μόνο. Η περίοδος του ύπνου και των ονείρων, συγκρινόμενη με την περίοδο όταν είμαστε ξύπνιοι, αποδεικνύει ότι ακόμα και για μας, η αίσθηση του πόσο γρήγορα, ή σιγά, περνά ο χρόνος είναι μια εντελώς προσωπική και υποκειμενική αξιολόγηση. Μια αίσθηση που γεννιέται από την οργανική μας βιολογία, η οποία γεννά την αυτοσυνείδηση ταυτότητας. Όχι μια αντικειμενική πραγματικότητα της δομής του σύμπαντος.

Όταν περπατάμε στον δρόμο σκεφτόμαστε τον προορισμό μας, σκεφτόμαστε την ημέρα μας, το χτες, το αύριο, προσέχουμε για αυτοκίνητα, κοιτάμε άλλους ανθρώπους. Δεν πηγαίνει το μυαλό μας να σκεφτούμε πως αισθάνεται για την ύπαρξή του ένα μυρμήγκι που σπρώχνει ένα σουσάμι στην άκρη του πεζοδρομίου 100 μέτρα πίσω μας. Το σύμπαν Είναι. Δεν είπα «το σύμπαν υπάρχει», είπα το σύμπαν Είναι. Για το σύμπαν δεν έχει καμία σημασία του πως ένα ανθρώπινο ον αισθάνεται το πέρασμα του χρόνου. Για το σύμπαν, ο συνολικός χρόνος για τον οποίον Είναι, μπορεί να είναι τρισεκατομμύρια χρόνια ή ένα κλάσμα του δευτερολέπτου. Για το σύμπαν, δεν έχει έννοια η αίσθηση του χρόνου. Για το σύμπαν το μόνο που έχει έννοια είναι το παν του συνόλου των συμβάντων, στον χωροχρόνο.

Αυτά, για την ώρα, όσον αφορά την χρονική διάρκεια του σύμπαντος. Πόσο μεγάλο όμως, σε αποστάσεις είναι το σύμπαν; Γνωρίζουμε ένα μέρος της απάντησης.

Υπάρχουν περισσότερα άστρα στο γνωστό σε εμάς σύμπαν από όλους τους κόκκους άμμου σε όλες της παραλίες της Γης. Ένας παράλογος αριθμός πέρα από ανθρώπινη κατανόηση. Και όμως, πέρα από αυτή την αφθονία ύλης, η ύλη βρίσκεται συγκεντρωμένη σποραδικά μέσα στο κενό. Αν ένα άστρο είναι ένας κόκκος άμμου, το πλησιέστερο άστρο, ο πλησιέστερος κόκκος άμμου, απέχει 10 χιλιόμετρα ο ένας από τον άλλο.

Κοιτώντας από την Γη, σε οποιαδήποτε κατεύθυνση στην σφαίρα του ουρανού, μπορούμε να δούμε αντικείμενα που βρίσκονται σε απόσταση 13,8 δισεκατομμύρια έτη φωτός από την Γη. Έχουμε ήδη φωτογραφήσει ένα πρωτο-γαλαξία καθώς σχηματιζόταν πριν 13,4 δισεκατομμύρια χρόνια, του οποίου το φως έκανε 13,4 δισεκατομμύρια χρόνια να φτάσει σε εμάς. Ένα έτος φωτός είναι απόσταση 9.460.800.000.000 χιλιομέτρα (εννιάμισι τρισεκατομμύρια χιλιόμετρα). Τα 13,8 δισεκατομμύρια έτη φωτός είναι απόσταση 130.559.040.000.000.000.000.000 χιλιομέτρων (εκατόν τριάντα και μισό εκατομμύρια τρισεκατομμύρια χιλιόμετρα).

Η μεγαλύτερη απόσταση στην οποία μπορούμε να δούμε κάτι, είναι αυτή: εκατόν τριάντα και μισό εκατομμύρια τρισεκατομμύρια χιλιόμετρα ή 13,8 έτη φωτός, επειδή η ηλικία του σύμπαντος είναι 13,8 δισεκατομμύρια χρόνια και το φως ταξίδεψε επί 13,8 δισεκατομμύρια χρόνια για να φτάσει σε εμάς, να το δούμε.

Άρα το μέγεθος του σύμπαντος που μπορούμε να δούμε είναι μια σφαίρα γύρω μας, ακτίνας 13,8 δισεκατομμυρίων ετών φωτός, ή διαμέτρου 27,6 δισεκατομμυρίων ετών φωτός. Αυτό είναι το γνωστό, σε εμάς, σύμπαν. Όμως, 13,8 δισεκατομμύρια έτη φωτός είναι το πόσο πίσω στον χρόνο βρίσκεται το απώτερο σημείο που βλέπουμε σήμερα. Το γνωστό σε εμάς σύμπαν είναι μεγαλύτερο σε σημερινή απόσταση, επειδή το αντικείμενο που ήταν πριν 13,8 δισεκατομμύρια χρόνια εκεί που το βλέπουμε σήμερα, άλλαξε θέση καθώς επεκτεινόταν το σύμπαν, και ενώ σήμερα το βλέπουμε εκεί που ήταν τότε, σήμερα στην πραγματικότητα βρίσκεται πολύ πιο μακριά.

Η επιστήμη πιστεύει ότι το γνωστό σύμπαν σήμερα έχει ακτίνα 46 δισεκατομμύρια έτη φωτός, ή διάμετρο 92 δισεκατομμύρια έτη φωτός. Επειδή, αυτό που απείχε 13,8 δισεκατομμύρια έτη φωτός από εμάς πριν 13,8 δισεκατομμύρια χρόνια, σήμερα βρίσκεται 46 δισεκατομμύρια έτη φωτός από εμάς. Ναι, το σύμπαν επεκτείνεται με αύξοντα ρυθμό με ταχύτητα μεγαλύτερη της ταχύτητας του φωτός.

Άρα, πιστεύουμε ότι γνωρίζουμε πως το γνωστό σε εμάς σύμπαν όπως το βλέπουμε από την Γη, είναι μια σφαίρα γύρω μας διαμέτρου 92 δισεκατομμυρίων ετών φωτός και εμείς είμαστε στο κέντρο της ορατής, σε εμάς, σφαίρας.

Αυτό που δεν γνωρίζουμε και δεν πρόκειται ποτέ να γνωρίσουμε είναι τι υπάρχει πέρα από 46 δισεκατομμύρια έτη φωτός από την Γη. Και αν ακόμα είχαμε διαστημόπλοια ή μεθόδους μετακίνησης στην ταχύτητα του φωτός, μέχρι να φτάσουμε στην άκρη του σύμπαντος που βλέπουμε από την Γη, το όριο αυτό θα είχε μετακινηθεί με την επέκταση του σύμπαντος πολύ πιο μακριά. Δεν θα μπορέσουμε ποτέ, με οποιαδήποτε τεχνολογία, να φτάσουμε στο «ορατό» όριο του σύμπαντος για να απαντήσουμε στην ερώτηση του τι υπάρχει πέρα από αυτό.

Όχι μόνο δεν θα μπορέσουμε ποτέ να απαντήσουμε στην ερώτηση του αν το σύμπαν μας είναι άπειρο σε χώρο, αλλά δεν ξέρουμε ακόμα αν οι τρεις διαστάσεις του χώρου είναι ευθείες ή όχι –σαν να ρωτάμε αν η Γη είναι επίπεδη, ή αν είναι σφαίρα.

Αν σταθούμε στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη στο Σύνταγμα με μια πυξίδα και κοιτάξουμε σε κατεύθυνση 307,53 μοιρών, μπροστά μας βρίσκεται η Νέα Υόρκη σε απόσταση 7.947 χιλιομέτρων.  Αν γυρίσουμε στην αντίθετη κατεύθυνση και κοιτάξουμε σε κατεύθυνση 127,53 μοιρών, μπροστά μας είναι και πάλι η Νέα Υόρκη, σε απόσταση περίπου 32.000 χιλιομέτρων.

Η επιστήμη σήμερα πιστεύει ότι είναι πιθανόν το ίδιο να συμβαίνει και με το σύμπαν, δηλαδή αν κοιτάξουμε προς μια κατεύθυνση κάποτε θα φτάσουμε σε κάποιο μακρινό αντικείμενο, και αν κοιτάξουμε προς την αντίθετη κατεύθυνση κάποτε θα φτάσουμε σε ένα μακρινό αντικείμενο που δεν είναι διαφορετικό αλλά το ίδιο ακριβώς και στις δύο κατευθύνσεις. Ότι δηλαδή, όπως η Γη δεν είναι επίπεδη αλλά σφαιρική, και κοιτάμε την Νέα Υόρκη από δύο αντίθετες κατευθύνσεις σε διαφορετική απόσταση από εμάς, έτσι και το σύμπαν δεν αποτελείται από ευθείες αλλά από χώρο που καμπυλώνει στον εαυτό του. Ή έννοια του Άπειρου παίρνει στο πλαίσιο αυτής της υπόθεσης μια εντελώς διαφορετική υφή την οποία ο οργανικός μας εγκέφαλος δεν μπορεί να συλλάβει. Όπως και δεν μπορούμε να συλλάβουμε τι σημαίνει το ότι ο χώρος και ο χρόνος είναι Ένα: χωροχρόνος.

Ότι, δηλαδή, είτε κοιτάξουμε στο σύμπαν προς μια κατεύθυνση είτε προς την αντίθετη, κάπου μπροστά μας πιθανόν να βρίσκεται η Γη και από την μια κατεύθυνση και από την άλλη. Ο εαυτός μας κοιτάει προς την ίδια κατεύθυνση που κοιτάμε εμείς και εμείς θεωρητικά βλέπουμε το πίσω μέρος του κεφαλιού μας, και από τις δύο αντίθετες κατευθύνσεις. Είναι σαν να λέμε ότι καθώς στεκόμαστε στο Σύνταγμα κοιτώντας ανατολικά, θα δούμε το πίσω μέρος του κεφαλιού μας κοιτώντας γύρω από την σφαιρική Γη. Η επιστήμη κάνει αυτή την υπόθεση, σήμερα, ως πιθανόν να ισχύει, αλλά δεν μπορεί να υποθέσει αν η απόσταση είναι δύο, δέκα, ή χίλιες φορές μεγαλύτερη από την ηλικία του σύμπαντος και το ορατό σε εμάς σύμπαν.

Μπορεί να πει κανείς ότι αν το σύμπαν είναι άπειρο, τότε κοιτάμε πάντα μπροστά και δεν θα δούμε ποτέ το πίσω μέρος του κεφαλιού μας. Όμως το να έχει το σύμπαν δομή η οποία να στριφογυρνά εις εαυτόν δεν αποκλείει το να είναι και άπειρο. Ιδίως όταν το άπειρο είναι η ίδια η δομή του.

Μιλώντας για απόσταση και χρόνο πρέπει να συλλογιστούμε την φύση ενός ταξιδιού. Πόσο μακριά μπορούμε να φτάσουμε σε πόσο χρόνο. Γνωρίζουμε ότι δεν μπορούμε να ταξιδέψουμε με ταχύτητα μεγαλύτερη από την σταθερή τιμή διάδοσης ενέργειας (αυτό που λανθασμένα αποκαλούμε ταχύτητα του φωτός). Και ότι η ταχύτητα αυτή είναι 299.792.452 μέτρα το δευτερόλεπτο, που για συντομία το λέμε 300.000 χιλιόμετρα το δευτερόλεπτο. Δηλαδή, όταν κοιτάμε το φεγγάρι το βλέπουμε όπως ήταν πριν ένα δευτερόλεπτο και όταν κοιτάμε τον ήλιο τον βλέπουμε όπως ήταν πριν οκτώ λεπτά. Και όταν κοιτάμε τον γειτονικό μας γαλαξία της Ανδρομέδας τον βλέπουμε όπως και εκεί που ήταν πριν δύο εκατομμύρια χρόνια.

Δεν είναι δυνατόν να ξεπεράσουμε την δεδομένη τιμή διάδοσης ενέργειας (να ταξιδέψουμε γρηγορότερα από το φως), ούτε καν 100% σε αυτή την ταχύτητα. Μπορούμε με την κατάλληλη τεχνολογία να φτάσουμε 99,999999% της ταχύτητας του φωτός, αλλά ποτέ 100%. Δηλαδή, αν αποφασίσουμε να ταξιδέψουμε στο κοντινότερό μας άστρο, το Άλφα Κένταυρος, που βρίσκεται σε απόσταση 4,4 ετών φωτός από την Γη, και έχουμε ένα διαστημόπλοιο που ταξιδεύει με 99%  της ταχύτητας του φωτός θα φτάσουμε εκεί σε κάτι παραπάνω από τέσσερα χρόνια και πέντε μήνες.

Όμως κάτι περίεργο συμβαίνει όταν πλησιάζεις την ταχύτητα του φωτός, όπως αποδεικνύει η Θεωρία της Σχετικότητας. Ενώ κοιτάς το ρολόι σου και λειτουργεί κανονικά, και εσύ αισθάνεσαι τα πάντα απόλυτα σωστά και στην θέση τους, ο χρόνος στην Γη περνάει πολύ πιο γρήγορα από όσο περνάει για σένα που ταξιδεύεις με 99% της ταχύτητας του φωτός. Από την στιγμή που θα φύγεις με το διαστημόπλοιό σου από την Γη, οι άνθρωποι στην Γη θα περιμένουν τέσσερα χρόνια και πέντε μήνες να φτάσεις στον Άλφα Κένταυρο. Για σένα όμως το ταξίδι θα έχει διαρκέσει λίγα λεπτά. Άλλα λίγα λεπτά για να επιστρέψεις στην Γη, και για σένα ήταν μια πολύ γρήγορη εκδρομή, αλλά, όταν επιστρέψεις στην Γη θα έχουν περάσει σχεδόν εννέα χρόνια, για την Γη και εκείνους που σε περίμεναν. Αυτό, αν ταξιδεύεις με 99,9 της ταχύτητας του φωτός συνεχώς από την Γη στον Άλφα Κένταυρο. Στην πραγματικότητα, όπως θα δούμε παρακάτω, χρειάζεται χρόνος επιτάχυνσης από το 0 στο 99,9% και επιβράδυνσης από το 99,9% στο 0.

Όταν σκεπτόμαστε ταξίδια από την Γη σε προορισμούς πέρα από το ηλιακό μας σύστημα πρέπει να κατανοήσουμε τις αποστάσεις και το γεγονός ότι σήμερα τέτοια ταξίδια δεν είναι εφικτά: το γρηγορότερο διαστημόπλοιο που έχουμε κατασκευάσει χρειάζεται 80.000 χρόνια για να φτάσει στο κοντινότερό μας αστέρι, τον Άλφα Κένταυρο, που απέχει μόνο 4,4 έτη φωτός από εμάς.

Στην θεωρητικά εφικτή επιστήμη υπάρχουν δύο ήδη διαστημοπλοίων:

1) Διαστημόπλοιο επιτάχυνσης, όπου το σκάφος επιταχύνεται σταθερά με 1 g το δευτερόλεπτο (1 g είναι η μονάδα βαρύτητας στην επιφάνεια της Γης), δηλαδή αυξάνει την ταχύτητά του κατά 10 μέτρα το δευτερόλεπτο για κάθε δευτερόλεπτο του ταξιδιού. Ενώ ξεκινά σιγά, σύντομα η ταχύτητά του αυξάνεται γεωμετρικά και τελικά αρχίζει να πλησιάζει την ταχύτητα του φωτός. Η ταχύτητα του φωτός δεν είναι ταχύτητα, ούτε το φως είναι φως. Μιλάμε για την τιμή διάδοσης κυμάτων ενεργείας η οποία είναι και σταθερή παντού, και σχετική με δύο διαφορετικά σημεία συν τον παρατηρητή. Τίποτα δεν μπορεί να μετακινηθεί με τιμή κίνησης ανώτερη της τιμής διάδοσης κυμάτων ενεργείας. Με διαστημόπλοιο επιτάχυνσης 1 g μπορούμε να πλησιάσουμε και το 9,99998% της ταχύτητας διάδοσης ενεργείας αλλά ποτέ δεν θα φτάσουμε στο 100%.

Το ενδιαφέρον είναι ότι όσο πλησιάζουμε την ταχύτητα του φωτός τόσο ο χρόνος κυλά για εμάς πολύ πιο σιγά σχετικά με το «γύρω μας» που δεν κινείται μαζί μας, όπως και την Γη που αφήσαμε πίσω μας. Το πραγματικό αυτό φαινόμενο λέγεται Χρονική Διαστολή, όπου, ταξιδεύοντας με 99,9% την ταχύτητα διάδοσης ενεργείας ο χρόνος περνά κανονικά για εμάς μέσα στο διαστημόπλοιο και τα ρολόγια μας λειτουργούν κανονικά, αλλά μπορούμε να έχουμε διανύσει απόσταση, ας πούμε, 50,000 έτη φωτός σε 20 δικά μας χρόνια ενώ στην Γη που αφήσαμε πίσω θα έχουν περάσει 50,000 χρόνια --και θα χρειαστούν άλλα 50,000 χρόνια για να φτάσει στην Γη η πληροφορία του ότι αφιχθήκαμε σε απόσταση 50,000 ετών φωτός από την Γη.

Άρα, ενώ τέτοιο ταξίδι είναι θεωρητικά εφικτό με την κατάλληλη τεχνολογία, οι άνθρωποι και ο πολιτισμός που αφήσαμε πίσω στην Γη δεν θα μάθουν ποτέ τι απέγινε με εμάς.

2) Διαστημόπλοιο με μηχανισμό στρέβλωσης του χώρου (warp drive) όπου ένας μηχανισμός βασισμένος σε κύματα βαρύτητας δημιουργεί μια «φούσκα» γύρω από το διαστημόπλοιό μας και το θέτει κυριολεκτικά εκτός χώρου του σύμπαντος, και έτσι το διαστημόπλοιό μας μέσα στην φούσκα αποκλεισμού από τους νόμους της φυσικής του σύμπαντος γλιστρά με ταχύτητες πολύ μεγαλύτερες του φωτός. Ένα τέτοιο διαστημόπλοιο θα μπορούσε να ταξιδέψει 50.000 έτη φωτός σε 32 χρόνια. Όμως σε αυτή την τεχνολογία δεν εισέρχεται η αρχή της Χρονικής Αναστολής, και για το ταξίδι μας των 50.000 ετών φωτός πέρασαν 32 χρόνια και για εμάς και για την Γη. Και αν στείλουμε την αναγγελία της άφιξής μας πίσω στην Γη, θα φτάσει εκεί σε άλλα 32 χρόνια, δηλαδή η Γη θα μάθει ότι φτάσαμε 50.000 έτη φωτός μακριά, 64 χρόνια αφού φύγουμε, 32 χρόνια αφού φτάσουμε.

Ο μηχανισμός στρέβλωσης χώρου, όμως, μπορεί να λειτουργήσει μόνο για ταξίδια σχετικά τοπικά μέσα στον Γαλαξία μας. Για να φτάσουμε με τέτοιο διαστημόπλοιο στον κοντινότερό μας άλλο γαλαξία, της Ανδρομέδας, δύο εκατομμύρια έτη φωτός από τον δικό μας γαλαξία, το πλήρωμα του διαστημοπλοίου θα χρειαζόταν 1.318 χρόνια.

Στην εξέλιξη της τεχνολογίας είναι πολύ περισσότερο εφικτό να χτίσουμε διαστημόπλοιο επιτάχυνσης παρά διαστημόπλοιο με μηχανισμό στρέβλωσης του χώρου. Επίσης ενώ με το διαστημόπλοιο επιτάχυνσης το πλήρωμα μπορεί αν ταξιδέψει απέραντες αποστάσεις σε γαλαξίες στην ζωή του, στο διαστημόπλοιο με μηχανισμό στρέβλωσης χώρου δεν θα μπορούσαν να το κάνουν αυτό σε μια ζωή. Απλά, ενώ το πλήρωμα μπορεί με  διαστημόπλοιο επιτάχυνσης να ζήσει απίθανα μεγάλα ταξίδια σε μια ζωή, στην Γη θα έχουν περάσει εκατομμύρια χρόνια και κανείς δεν θα είχε μάθει τι καταφέραμε και τι ανακαλύψαμε.

Για να το βάλουμε αυτό σε περισσότερο επιστημονική βάση, ένα διαστημόπλοιο δεν είναι δυνατόν να πάει από το μηδέν ξαφνικά στο 99% της ταχύτητας του φωτός. Διαστημόπλοιο με σταθερή επιτάχυνση που αυξάνει την ταχύτητά του κατά 10 μέτρα το δευτερόλεπτο για κάθε δευτερόλεπτο του ταξιδιού, μετά από δυόμισι ώρες θα έχει περάσει το φεγγάρι. Μετά από 36 ώρες θα έχουμε περάσει τον Άρη. Μετά από τρεις εβδομάδες θα έχουμε βγει από το ηλιακό μας σύστημα. Μετά από δέκα πέντε μήνες θα έχουμε διανύσει ένα έτος φωτός. Στα δύο έτη φωτός, την μισή απόσταση από την Γη στον Άλφα Κένταυρο, πρέπει να αρχίσουμε να μειώνουμε την ταχύτητα κατά 1 g το δευτερόλεπτο ώστε να μπορέσουμε να σταματήσουμε όταν φτάσουμε. Στα δύο έτη φωτός η ταχύτητά μας είχε φτάσει 87% της ταχύτητας του φωτός. Η ακριβής απόσταση από την Γη στον Άλφα Κένταυρο είναι 4,4 έτη φωτός. Αλλά, όταν φτάσουμε στον Άλφα Κένταυρο για μας το ταξίδι θα έχει διαρκέσει μόνο 3,5 χρόνια αντί 4,4 και για τους παρατηρητές στην Γη το ταξίδι των αστροναυτών θα έχει διαρκέσει 6 χρόνια. Οπότε στην πραγματικότητα αυτού του παραδείγματος ταξιδιού με τέτοιο διαστημόπλοιο που επιταχύνει την ταχύτητά του κατά 1 g το δευτερόλεπτο, το να πας στον Άλφα Κένταυρο και να γυρίσεις θα πάρει κάπου εφτά χρόνια για εμάς το πλήρωμα, αλλά περίπου 12 χρόνια για εκείνους που μας περιμένουν στην Γη. Αν όταν η αστροναύτης φύγει για το ταξίδι της είναι, και εκείνη και ο σύζυγός της 25 χρονών, όταν επιστρέψει εκείνη θα είναι 32 χρονών αλλά ο σύζυγός της θα είναι 37 χρονών. Αυτό, για ένα ταξίδι στο κοντινότερο αστέρι.

Αν αντί να πάμε στον Άλφα Κένταυρο αποφασίσουμε να πάμε κάπου αλλού, 20 έτη φωτός από την Γη αντί για 4,4, τότε το ταξίδι μας, μαζί με την επιστροφή θα διαρκέσει 13,4 χρόνια για μας αλλά 54 χρόνια για εκείνους που μας περιμένουν. Αν αντί για 20 έτη φωτός πάμε 150 έτη φωτός από την Γη, όταν επιστρέψουμε στην Γη θα έχουν περάσει 22 χρόνια για μας, αλλά για εκείνους που κάποτε σε περίμεναν στην Γη θα έχουν περάσει 600 χρόνια. Αν ταξιδέψουμε 50.000 έτη φωτός στην άκρη του Γαλαξία μας, και άλλα 50.000 έτη φωτός να επιστρέψουμε στην Γη, για μας θα έχουν περάσει 41 χρόνια. Στην Γη θα έχουνε περάσει 100.000 χρόνια. Αν τα νούμερα αυτά φαίνονται σαν να ταξιδεύουμε γρηγορότερα είναι επειδή χρειάζεται και επιτάχυνση και επιβράδυνση οπότε, φυσικά, όσο πιο μακριά φτάσουμε τόσο κοντύτερα και για περισσότερο από την απόσταση του ταξιδιού, θα φτάσουμε κοντυνότερα στην ταχύτητα του φωτός.

Αν ταξιδέψουμε στον κοντινότερό μας άλλο γαλαξία, την Ανδρομέδα, που απέχει 2.000.000 έτη φωτός από την Γη, το ταξίδι μας, με επιστροφή στην Γη θα έχει διαρκέσει 56 χρόνια για μας αλλά θα έχουν περάσει 5.000.000 χρόνια στην Γη. 

Μπορούμε αν θέλουμε να αποφασίσουμε για ένα πιο μακρινό ταξίδι, για την υπόλοιπη ζωή μας μέσα στο σχετιστικό πλέον, επιταχυνόμενο διαστημόπλοιό μας. Και κάποτε θα φτάσουμε στο σημείο από το οποίο δεν μπορεί να υπάρξει επιστροφή στην Γη επειδή η απόστασή μας σε συνδυασμό με την εξάπλωση του σύμπαντος, εξάπλωση με ταχύτητα μεγαλύτερη της ταχύτητας του φωτός, δεν μας δίνει πλέον την πιθανότητα, την ταχύτητα να επιστρέψουμε ποτέ στην Γη, η οποία θα απομακρύνεται από εμάς γρηγορότερα από όσο θα μπορούσαμε να προσπαθούμε να την πλησιάσουμε.

Το σύμπαν επεκτείνεται με ταχύτητα μεγαλύτερη του φωτός επειδή η ταχύτητα του φωτός, η τιμή διάδοσης ενέργειας, αν και απόλυτη, υφίσταται όταν υπάρχει ύλη με την οποία να σχετιστεί. Όταν οι γαλαξίες απέχουν τόσο ο ένας από τον άλλο ώστε να μην αλληλοεπιδρούν με βαρύτητα, τότε δεν τίθεται θέμα σχετικής ταχύτητας. Γι’ αυτό και όπως είπαμε παραπάνω, ένα αντικείμενο που βρισκόταν εκεί που βρισκόταν πριν 13,8 δισεκατομμύρια χρόνια, τώρα δεν έχει μετατοπιστεί με την εξάπλωση του σύμπαντος κατά 13,8 δισεκατομμύρια έτη φωτός αλλά κατά 46 δισεκατομμύρια έτη φωτός.

Καθώς θα περνάνε εκατομμύρια χρόνια, για το σύμπαν γύρω μας, θα είμαστε ακόμα ζωντανοί, μέσα στο σχετιστικό διαστημόπλοιό μας να δούμε τους γαλαξίες να εξαφανίζονται στον μακρινό ορίζοντα, καθώς το σύμπαν επεκτείνεται όλο και περισσότερο, μέχρι που οι γαλαξίες θα είναι πέρα από το οπτικό μας πεδίο και θα είμαστε μόνοι, στο κενό... Άστρα θα εξαντλήσουν την καύσιμη ύλη τους και θα σβήσουν. Μαύρες Τρύπες άπειρης βαρύτητας θα σμίξουν και αργότερα θα χάσουν όλη την μάζα τους όπως προείδε ο Στήβεν Χώκινγ. Άτομα θα χάσουν τη συνέχεια των νετρονίων τους τα οποία με τον καιρό θα εξαϋλωθούν. Η ύλη θα σταματήσει να είναι σχετική και να υπάρχει. Γύρω από το διαστημόπλοιο μας θα είναι ένα κενό. Παντού. Τρισεκατομμύρια χρόνια έχουν περάσει που δεν μπορούμε καν να τα μετρήσουμε εφ’ όσον δεν υπάρχει πλέον ύλη για να δώσει τον ρυθμό του χρόνου. Το σύμπαν έφτασε στο απώτερο, απώτερο μέλλον και δεν έχει πλέον την ύλη για να «μετρήσει» τίποτα. Ούτε αποστάσεις ούτε χρόνο. Το σύμπαν έχει πλέον «ξεχάσει πως να σκέφτεται», σαν από γεροντική άνοια. Φτάσαμε στο άπειρο το οποίο δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε ούτε να μετρήσουμε. Το σύμπαν δεν έχει πλέον τα συστατικά του χώρου και του χρόνου. Βρισκόμαστε σε ένα τέλος χωρίς χώρο και χρόνο, το πραγματικό άπειρο, ή το μηδέν.

Πόσος χρόνος πέρασε από το Μεγάλο Μπαμ μέχρι να εξαϋλωθούν τα πάντα λόγω επέκτασης και λόγω φθοράς; Τρισεκατομμύρια χρόνια, ή μηδέν χρόνος; Για την ενέργεια, το σύμπαν αυτό καθαυτό, χρόνος μηδέν εφ’ όσον τα ρολόγια σταματάν στην ταχύτητα του φωτός. Για το σχετιστικό διαστημόπλοιό μας, αμέτρητα τρισεκατομμύρια χρόνια έξω, μια ανθρώπινη ζωή για μας, μέσα –και φτάσαμε σε μια κατάσταση όμοια σε συνθήκες με εκείνες πριν του Μεγάλου Μπαμ. Χρόνος μηδέν, χρόνος Άπειρος.

 

Η αρχή και το τέλος του σύμπαντος μια κατάσταση χωρίς ύλη, ενέργεια, χώρο ή χρόνο. Ένα τίποτα και, ανάμεσα στο τίποτα, η εξέλιξη του σύμπαντος, μια εξέλιξη που ξεκίνησε και κατέληξε από και στην ίδια ακριβώς κατάσταση, σε γραμμικό χρόνο μηδέν για το ίδιο το σύμπαν, όπου η συνεχής επανάληψη όλης της διαδικασίας δεν είναι γραμμική αλλά ταυτόσημη, με το σύμπαν να δημιουργείται, να εξελίσεται και, στο τέλος, να φτάνει ξανά στην αρχή του σε μηδέν γραμμικό χρόνο.

 

Τότε πλέον κοιτάμε όλο το δάσος, το άπειρο, το μηδέν και συνειδητοποιούμε κάτι σχετικά με την Ύπαρξη: Η Ύπαρξη υφίσταται μόνο στην λογική μας, βασισμένη στην απόδειξη που προσφέρει ο γραμμικός χρόνος. Όταν όμως σκεφτεί κανείς ότι στην πραγματικότητα της ενέργειας δεν υπάρχει γραμμικός χρόνος, πως μπορεί να γίνει ο συλλογισμός «σκέπτομαι άρα υπάρχω», όπου στο παρόν σκεπτόμαστε το παρελθόν και υποθέτουμε την ύπαρξη μέλλοντος; Στην πραγματικότητα του σύμπαντος υπάρχει μόνο χωροχρόνος, όχι χώρος και γραμμικός χρόνος. Εμείς συνειδητοποιούμε την ύπαρξη αλλά αυτό, η ύπαρξη όπως την κατανοούμε, είναι μια αυταπάτη. Μια ψευδαίσθηση, για εμάς που υπάρχουμε σε γραμμικό χρόνο.

Ο γραμμικός χρόνος υπάρχει μόνο όταν υπάρχει μάζα (ύλη). Η μάζα (ύλη) δημιουργείται όταν η αγνή και καθαρή άυλη ενέργεια μέσω του σωματιδίου Χιγκς Μπόσον δημιουργεί ύλη με μάζα. Σε μια πολύ πραγματική και πρακτική έννοια, η ύλη και ο γραμμικός χρόνος και η «Ύπαρξη» είναι τα απόβλητα της κατάστασης του Σύμπαντος το οποίο όμως υπάρχει σαν ενέργεια εκτός γραμμικού χρόνου. Σε μια πολύ πραγματική και πρακτική έννοια, συλλογιστείτε ένα καράβι που κινείται πάνω στον ωκεανό. Για το καράβι, ο εαυτός του δεν κινείται, αλλά κινείται ο ωκεανός γύρω του. Και η ύλη, ο γραμμικός χρόνος, η «Ύπαρξη» είναι οι κυματισμοί που αφήνει πίσω του το πλοίο από την πλώρη του…

Τι ακριβώς σημαίνει χωροχρόνος και πως είναι δυνατόν ο χρόνος να μην είναι γραμμικός με πριν-τώρα-μετά, παρελθόν-παρόν-μέλλον; Χρόνος που δεν είναι γραμμικός συμπεριλαμβάνει σε μια ενότητα όλα τα συμβάντα, συγχρόνως. Ο χρόνος είναι η διάσταση όπου ότι είναι πιθανόν να συμβεί, συμβαίνει ταυτόχρονα χωρίς μήκος γραμμικού χρόνου. 

Σκεφτείτε μια κινηματογραφική ταινία που παίζει σε γρήγορη κίνηση. Σκεφτείτε την κινηματογραφική ταινία της ζωής σας, αντί να διαρκέσει 100 χρόνια (να τα εκατοστίσετε), την βάζουμε σε γρήγορη κίνηση και τα 100 χρόνια τα βλέπουμε να περνάνε σε ένα δευτερόλεπτο. Το διανοείστε; Τώρα σκεφτείτε ότι τα 100 χρόνια σας, τα βλέπουμε, σε γρήγορη κίνηση, όχι σε ένα δευτερόλεπτο αλλά σε ένα χιλιοστό του δευτερολέπτου. Ένα εκατομμυριοστό του δευτερολέπτου. Τώρα φανταστείτε ότι τα 100 χρόνια σας, και όλα τα συμβάντα των 100 ετών τα βλέπουμε σε …μηδέν χρόνο. Τώρα φανταστείτε ότι δεν μιλάμε για 100 χρόνια αλλά για τρισεκατομμύρια χρόνια. Χωροχρόνος. Άπειρο και, συνάμα, Μηδέν. Όπου το παν που είναι πιθανόν να συμβεί, άπειρες πιθανότητες συμβάντων, συνεχειών και εξέλιξης, όλες οι άπειρες πιθανότητες, συμβαίνουν σε γραμμικό χρόνο μηδέν. Σε ένα χώρο άπειρου μεγέθους.

Φανταστείτε την κινηματογραφική ταινία της συνολικής ύπαρξης του σύμπαντος να την κόψουμε καρέ-καρέ με ένα ψαλίδι και να συμπιέσουμε όλα τα ξεχωριστά καρέ σε μια μάζα. Μη-γραμμικός χρόνος γιατί όλα τα καρέ της ταινίας συνυπάρχουν. Χωροχρόνος.

Βεβαίως θα μου πείτε, υπάρχετε, επειδή διαβάζετε αυτά που γράφω και τα συλλογίζεστε. Πως είναι δυνατόν η ύπαρξη να είναι μια αυταπάτη εφ’ όσον υπάρχουμε για να κάνουμε την ερώτηση και να σκεφτούμε την απάντηση; Ο καθένας μας υπάρχει μέσα στον εαυτό του και την συνειδητοποίησή του. Ο καθένας μας βλέπει και σκέπτεται το σύμπαν γύρω του. Όμως ο καθένας δεν γνωρίζει πως βλέπει κάποιος άλλος το δικό του σύμπαν. Το σύμπαν το οποίο αντιλαμβάνεται ο καθένας είναι το δικό του σύμπαν. Ο κάθε οργανισμός που σκέπτεται, είναι ο ίδιος και μόνος του, ένα ολόκληρο σύμπαν.

Ένα άπειρο Δάσος όπου η ανάλυση του τι είναι τα δέντρα είναι μια μεγαλειώδης και εκπληκτική παραδοξολογία υποκειμενικής λογικής και τοπικών, μεμονωμένων πειραμάτων. Αν πέσει ένα δέντρο στο δάσος και δεν ήταν κανείς εκεί να το ακούσει, έκανε θόρυβο ή όχι; Η απάντηση είναι ότι, ναι, έκανε θόρυβο, επειδή ο «θόρυβος» δεν είναι θόρυβος αλλά κύματα ενέργειας στον αέρα. Και το δάσος δεν ενδιαφέρεται για το αν βρισκόταν το τύμπανο του αυτιού σας εκεί για να μεταφράσει στον εγκέφαλό σας τα κύματα ενέργειας σε αυτό που το συνειδητό σας αποδίδει σε «Κρακ-Μπουμ!»

Το ίδιο με το φως. Δεν υπάρχει «φως» περισσότερο από όσο υπάρχει «θόρυβος». Υπάρχουν κύματα ενέργειας σε όλα τα φάσματα από πολύ μακρές αποστάσεις μήκους κύματος μεταξύ των κυμάτων μέχρι ελάχιστα μικρές αποστάσεις. Τα κύματα μακρών αποστάσεων τα χρησιμοποιούμε για σήματα ραδιοφώνου. Τα κύματα ενέργειας πολύ μικρών αποστάσεων ανάμεσα στα κύματα είναι ραδιενέργεια. Κάπου στην μέση του φάσματος υπάρχουν ορισμένα μήκη κυμάτων στα οποία αντιδρά ένα βιολογικό όργανο που λέγεται αμφιβληστροειδής χιτώνας του ανθρώπινου ματιού. Και μέσω του νευρικού μας συστήματος ο οργανικός μας εγκέφαλος αποδίδει τα κύματα αυτά ενεργείας σαν την αυταπάτη «φως» (φωτεινότητα). Από αυτό το πολύ μικρό κομμάτι του φάσματος κυμάτων ενεργείας στο σύμπαν, τα μακρύτερα κύματα τα «βλέπουμε» σαν κόκκινα και τα κοντύτερα σαν μπλε, με το ουράνιο τόξο αναμεταξύ.

Η έννοια «φώς» και «χρώματα» είναι άλλη μια ανθρώπινη αυταπάτη. Το σύμπαν δεν ενδιαφέρεται για το τι «βλέπετε» ή τι «ακούτε». Ενδιαφέρεται μόνο για τα κύματα ενεργείας και την μάζα που το αποτελούν, των οποίων ο καθένας από εμάς είναι ομοούσιο και αδιαίρετο μέρος. 

Πιστεύαμε ότι ένας ζων οργανισμός σαν και εμάς, και το παν, αποτελούμαστε από κύτταρα, που αποτελούνται από μόρια που αποτελούνται από άτομα, που αποτελούνται από πρωτόνια και νετρόνια στον πυρήνα και ηλεκτρόνια σαν πλανήτες γύρω από τον πυρήνα. Τώρα γνωρίζουμε ότι υπάρχει και πιο μικρός κόσμος ακόμα, ο κόσμος της Κβαντικής Μηχανικής, τα υποσωματίδια που χτίζουν τα πρωτόνια τα νετρόνια και τα ηλεκτρόνια του ατόμου. Έχουμε αποδεδειγμένους νόμους που καθορίζουν την φυσική από άτομο και πάνω αλλά αυτοί δεν συμφωνούν με τους νόμους της Κβαντικής Μηχανικής από άτομο και κάτω. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουμε ανακαλύψει, δεν έχουμε κατανοήσει τους νόμους που καθορίζουν το παν. Δεν γνωρίζουμε καν αν υπάρχει κάτι ακόμα μικρότερο από την Κβαντικό Κόσμο ή κάτι μεγαλύτερο από τον κόσμο μας, του ατόμου.


Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι το σύμπαν είναι ενέργεια και ότι η ενέργεια μέσω του σωματιδίου Χιγκς Μπόσον μετατρέπεται σε μάζα η οποία επιτρέπει βαρύτητα, σχετικότητα και γραμμικό χρόνο.


~~~



Και αν ακόμα μπορούν όλα τα παραπάνω να γίνουν έστω και θεωρητικά κατανοητά, θα μου πείτε ότι απέχουν τόσο πολύ από την δική μας καθημερινή πραγματικότητα που φτάνουν να είναι άσχετα για εμάς, χωρίς λόγο να τα συλλογιζόμαστε –εφ’ όσον, πιθανόν να μου πείτε, όχι μόνο δεν προσθέτουν τίποτα το εποικοδομητικό στην καθημερινή μας ζωή, αλλά οδηγούν στο να σκεφτούμε ότι δεν υπάρχουμε καν με την έννοια που, εγω-κεντρικά, δίνουμε στην ύπαρξη.

Πιστεύω ότι, τουναντίον, θα χαραμίζαμε την ζωή μας αν δεν τα σκεπτόμασταν και δεν τα κατανοούσαμε αυτά, επειδή, κατά την γνώμη μου, έχουν άμεση επίδραση στο πως αισθανόμαστε την υπέροχη και θαυματουργή ζωή μας και σχέση με όλους τους άλλους γύρω μας και με το περιβάλλον μας.

Το βιολογικό και οργανικό κορμί μας, και ο καταπληκτικός βιολογικός, οργανικός υπολογιστής που είναι ο εγκέφαλός μας, ικανός για τόσο υπέροχα όνειρα και τόσους απαίσιους εφιάλτες, όπως είπε ποιητικά ο Κάρλ Σέηγκαν, αποτελείται από κύτταρα που αποτελούνται από μόρια που αποτελούνται από άτομα. Άτομα το καθένα με διαφορετικό αριθμό πρωτονίων, νετρονίων και ηλεκτρονίων, άτομα τα οποία δημιουργήθηκαν στην απαρχή του σύμπαντος και εξελίχθηκαν, ζυμώθηκαν μέσα σε τεράστια αστέρια πριν δισεκατομμύρια χρόνια, πριν τα αστέρια εκραγούν και σκορπίσουν στο σύμπαν γύρω τους τα άτομα τα οποία μας αποτελούν σήμερα.

Πως είναι δυνατόν, γνωρίζοντας περισσότερα για την φύση του σύμπαντος και κατανοώντας ότι τα άτομά μας ξεκίνησαν δισεκατομμύρια χρόνια πριν αποτελέσουν τον καθένα μας και θα συνεχίσουν να υπάρχουν τρισεκατομμύρια χρόνια αφότου σταματήσει να είναι οντότητα ο καθένας μας… να μην έχει αυτή η οπτική άμεση επίδραση στο πως βλέπουμε τους γύρω μας και τον κόσμο μας;

Πως είναι δυνατόν γνωρίζοντας, κατανοώντας και αισθανόμενοι όλα αυτά να συνεχίσουμε να βλέπουμε τους γύρω μας σαν τον Αλβανό, τον Βούλγαρο, τον Βλάχο, τον Πόντιο, τον χαζό, τον έξυπνο, τον δυνατό, τον αδύνατο, τον αριστερό, τον δεξιό, τον διαφορετικό. Να βλέπουμε τις διαφορές αντί τις ομοιότητες και να κρίνουμε τους άλλους αποδίδοντας το σωστό στον εαυτό μας. Να συμπληρώνουμε το κενό που αφήνει μέσα μας η γελοιότητα και άγνοια της σημερινής κοινωνίας μας με το να λέμε ότι είμαστε οι απόγονοι του Περικλή, του Σωκράτη και του Πυθαγόρα, πιστεύοντας ότι η δική μας γλώσσα είναι ανώτερης αξίας από την γλώσσα του Σαίξπηρ ή την γλώσσα εκείνων που έγραψαν το Έπος Γκιλγκαμές χίλια πεντακόσια χρόνια πριν γραφτούν τα Ομηρικά Έπη. Να βλέπουμε την δική μας στενή επικράτεια σαν το ομορφότερο μέρος της Γης και να απαιτούμε από τους άλλους να δοξάσουνε τον Ζόρμπα δε Γκρηκ που τον έπαιξε και Μεξικανός ηθοποιός μάλιστα –και βάλε συρτάκι στο γιαλό…

Πως είναι δυνατόν να συνεχίσουμε να ανησυχούμε για την εφήμερη ύπαρξή μας, τις επιλογές μας, τα δικαιώματά μας και τις ευθύνες μας όταν κοιτάμε στον ουρανό την νύχτα και βρίσκουμε τους εαυτούς μας μάρτυρες του Απείρου, κοιτάμε τους ανθρώπους, ζώα, φυτά και έδαφος γύρω μας και βλέπουμε άτομα, ύλη που ζυμώθηκε μέσα σε τεράστια αστέρια πριν δισεκατομμύρια χρόνια;

Πως είναι δυνατόν να τα γνωρίζουμε και να τα κατανοούμε και να τα αισθανόμαστε όλα αυτά και να μην ζούμε την ζωή μας με ένα συνεχές χαμόγελο ικανοποίησης μέσα σε δέος και χαρά; Και γαλήνη.

Πιστεύω ότι είναι ο προορισμός της «Ύπαρξης» να τα γνωρίσει αυτά, να είμαστε η αυτο-συνειδητοποίηση του Ενός σύμπαντος. Όμως δεν ξεκινάνε όλοι προς τον προορισμό, και ακόμα χειρότερα, πολλοί πιστεύουν πως έφτασαν ενώ στην πραγματικότητα ο προορισμός αυτός, της γνώσης, δεν είναι εφικτό ποτέ να επιτευχθεί. Το δώρο δεν είναι ο προορισμός αλλά το ταξίδι.








Οι εξι αναρτήσεις αυτής της ενότητας:




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου