Χωρίς να ξέρω γιατί...
από πολύ μικρός προσπαθούσα να δραπετεύσω. |
Με όποιον τρόπο εύρισκα… |
Μέχρι και σύραγγα σκέφτηκα να σκάψω... |
στάθηκε ανεπιτυχής. |
Το πήρα απόφαση ότι έπρεπε να δεχτώ την ζωή και να γινώ πολιτικός μηχανικός σαν τον μπαμπά της μαμάς μου. Η μαμά μου, μου είχε δώσει την θήκη με τα εργαλεία του, του σχεδίου, όταν πέθανε το ’63 και το παρελθόν είχε γίνει μέλλον μου. Από καλή οικογένεια, το Κραχ του ’29-‘31 μας είχε αφήσει πάμφτωχους, και ενώ ο μπαμπάς καμιά φορά δανειζόταν από το χαρτζιλίκι μου να βάλει βενζίνη στο Σίμκα 1000, από τρόπους ήξερα πως να πιώ τσάι με την βασίλισσα. Βέβαια δεν είχαμε βασίλισσα ούτε βασιλιά. Αντ’ αυτού έπρεπε κάθε φορά που με πηγαίνανε σινεμά να βλέπω πρώτα ένα τέταρτο της ώρας επίκαιρα με ένα φαλακρό που κρατούσε ένα μυστρί και θεμελίωνε γιαπιά, και έναν άλλον με αστείο μουστάκι που έβγαζε λόγους με μια τσιριχτή φωνή. Και έπρεπε να μαθαίνω και εμβατήρια και πατριωτικά άσματα.
Οι ταινίες όμως ήταν καλύτερες από την ζωή. Η μαμά και ο μπαμπάς με αφήνανε να διαλέγω ταινίες εγώ τις ημέρες της εβδομάδας! Το ίδιο και η γιαγιά τα Σάββατα. Είδα το Εξπρές Φον Ράυαν με τον Φρανκ Σινάτρα 15 φορές… Και βέβαια την Μεγάλη Απόδραση, την Κίτρινη Ρολς Ρόυς, τον Πολίτη Κέην, το Άνθρωπος για όλες τις Εποχές, και τόσα άλλα. Όταν μου αγόραζε η γιαγιά Ταμ-Ταμ και σοκολάτες Ίον στα σινεμά, που να φανταστώ ότι μια μέρα, σε δέκα χρόνια και κάτι, ο μοντέρ της Κίτρινης Ρολς Ρόυς θα ήταν δάσκαλός μου του μονταζ, θα ήξερα να χειρίζομαι την μηχανή λήψης Μίτσελ που χρησιμοποίησε ο Όρσον Ουέλλες για να γυρίσει τον Πολίτη Κέην, και η όμορφη ηθοποιός Σουζάνα Γιορκ, ή «κόρη» του Πωλ Σκόφίλντ στον Άνθρωπο για Όλες τις Εποχές, θα με καλούσε σπίτι της με την φιλενάδα μου για τα 42α γενέθλιά της… Και που να φανταστώ, όταν έβλεπα τα Αμερικανικά αεροπλανοφόρα στο Φάληρο, ότι μια μέρα οι φόροι μου θα τα συντηρούσαν. Αλλά προτρέχω!
Για την ώρα είμαστε ακόμα στην εποχή που όλο και περισσότερο το χάσμα μεγάλωνε μεταξύ της ευτυχισμένης θαλπωρής του ημιυπόγειου μας και των γονιών που με υπεραγαπούσαν από την μια μεριά, και όλα τα εκτός σπιτιού που ήταν αβάσταχτα, χωρίς να καταλαβαίνω γιατί, από την άλλη. Όταν βαρέθηκα να μου διαβάζουν υποτίτλους στο σινεμά, και μετά να τους διαβάζω εγώ όταν έμαθα πως, αποφάσισα να μάθω την γλώσσα που μιλούσαν στην οθόνη και πήγα από μόνος μου φροντιστήριο, δώδεκα χρονών. Οι γονείς μου, ο αδελφός του μπαμπά μου και οι γιαγιάδες μου με είχαν στείλει με το υστέρημά τους σε ένα δημοτικό-γυμνάσιο που διδάσκανε μια Ευρωπαϊκή γλώσσα που δεν ήταν Αγγλικά και μου ήταν αδιάφορη. Ποτέ δεν πήγα καλά στο σχολείο. Αλλά στο φροντιστήριο Αγγλικών ανέπνεα όπως αναπνέουν τα ψάρια στην θάλασσα. Εκτός φροντιστηρίου ήταν που σπαρταρούσα σαν ψάρι έξω στο γιαλό του Φλοίσβου. Ξύπναγα και κοιμόμουνα με όνειρα να πάω στην Αγγλία, μια και η Αμερική ήταν άλλος Γαλαξίας, πολύ, πολύ μακριά.
Και τότε έγινε κάτι το θαυματουργό. Η μητέρα μου και ο πατέρας μου, μόλις τελείωσα την Πέμπτη γυμνασίου, μου δώσανε μια βαλίτσα, με βάλανε σε ένα αεροπλάνο μόνο μου, δεκαεξίμιση χρονών, και με έστειλαν πέντε εβδομάδες στο Λονδίνο να δω αν μου αρέσει να πάω να σπουδάσω του χρόνου όταν τελειώσω το γυμνάσιο. Δεν έχω γνωρίσει άλλους γονείς που να το έκαναν αυτό για το παιδί τους. Προσπάθησα μόνο να σταθώ όσο μπορούσα αντάξιός τους όταν ήρθε η δική μου η σειρά.
Προσγειώθηκα στο Γκάντγουικ, νότια του Λονδίνου, πέντε το πρωί, Παρασκευή 11 Ιουλίου 1975, σε ηλικία 16 ετών, εφτά μηνών, δέκα ημερών και 14 ωρών, πέντε χρόνια αφού είχαν χωρίσει οι Μπητλς. Το πρώτο που έκανα πριν καν περάσω διαβατήρια ήταν να βρω WC να κάνω κακά μου. Μετά, ξαλαφρωμένος, πέρασα διαβατήρια, πήρα εισιτήριο να πάω στο Λονδίνο με το τραίνο, και μια ώρα αργότερα έφτασα στον Σταθμό της Βικτώρια. Βγήκα έξω και περίμενα τον γνωστό του πατέρα μου που είχε βρει ένα δωμάτιο για μένα και θα με πήγαινε. Ο πατέρας μου ήταν λογιστής σε μικρές ναυτηλιακές εταιρίες στον Πειραιά. Και είχε παρακαλέσει εκείνον τον γνωστό από το επάγγελμά του να βρει κάτι για μένα και να με παραλάβει.
Ήρθε με μισή ώρα καθυστέρηση. Συστηθήκαμε και κατεβήκαμε στον υπόγειο. Με έβαλε και μπήκαμε σε ένα τραίνο. Του είπα ότι πήραμε λάθος τραίνο και ότι έπρεπε να πάρουμε την άλλη κατεύθυνση. Μου εξήγησε ότι εκείνος ζει στο Λονδίνο και ότι εγώ μόλις βγήκα από το αεροπλάνο. Στον επόμενο σταθμό κοίταξε γύρω του και μου είπε να βγούμε από αυτό και να πάρουμε το τραίνο της άλλης κατεύθυνσης, και απάντησα, εντάξει.
Όταν με άφησε στο δωμάτιο που μου είχε βρει, μακριά από το κέντρο σε μια πληκτική περιοχή, ένα μικρό δωματιάκι με ένα κρεβάτι με σεντόνια πολυεστέρα, άφησα την βαλίτσα μου, βγήκα έξω, αγόρασα από ένα μπακάλικο ένα κουτί Πέπσι Κόλα και μια μπανάνα, και ανέβηκα στον δεύτερο όροφο ενός λεωφορείου να πάω στο Λονδίνο. Γύρισα το βράδυ. Την επόμενη εβδομάδα πήγα παντού… και έκανα και μια γνωριμία και κανόνισα από βδομάδα να μετακομίσω σε ένα διαμέρισμα στο Πάντινγκτον, διπλα στο Χάυντ Παρκ που θα το μοιραζόμουνα με δύο νεαρές Γερμανίδες.
Αλλά, μετά την πρώτη εβδομάδα και πριν μετακομίσω στο Πάντινγκτον, πήρα το τραίνο για το Σάουθάμπτον όπου θα έμενα το Σαββατοκύριακο με την Νταϊάνα, την δασκάλα μου των Αγγλικών από το φροντιστήριο στο Παλιό Φάληρο, και την οικογένειά της. Από τον σταθμό του Σάουθάμπτον με πήρε ο Ίαν με το λευκό Τράιωμφ Σπίτφάιαρ, όπως θα έκανε και τα επόμενα χρόνια μέχρι να φύγω από την Αγγλία το τέλος του 1983. Ο Ίαν ήταν ο αρραβωνιαστικός της Νταϊάνα. Εκείνο το Σαββατοκύριακο έμεινα με την Νταϊάνα και τους γονείς της στο σπίτι των γονέων της. Με τον Ίαν παντρεύτηκαν δυό εβδομάδες αργότερα, και όταν δυο εβδομάδες μετά τον γάμο ξαναπήγα στο Σάουθάμπτον πριν γυρίσω στην Αθήνα, έμεινα στο καινούργιο τους σπίτι, έξω από το Σάουθάμπτον, μαζί τους.
Τότε, όταν πρωτοέμεινα με την Νταϊάνα και τον Ίαν, ανακάλυψα την ομορφιά του να φιλοξενείται κανείς σε υπνοδωμάτιο για καλεσμένους, και να σε ξυπνάνε το πρωί με ένα χαμόγελο και ένα τσάι με γάλα στο κρεβάτι.
Έπαιρνα το τραίνο για το Σάουθάμπτον δυό τρεις φορές το χρόνο. Δυό χρόνια αργότερα αγόρασαν άλλο σπίτι όπου ζουν και σήμερα και όπου μεγάλωσαν τα τρία αγόρια τους. Και η Νταϊάνα και ο Ίαν ήταν δάσκαλοι μέχρι που πήραν σύνταξη. Τους επισκέφτηκα από το 1975 ως το 1983 και μετά το 1983 κάθε φορά που ήμουν στην Αγγλία. Εκεί μας έχουν φιλοξενήσει και με τον Κώστα και την μητέρα του την Κριστίν, όταν ο Κώστας ήταν δέκα χρονών. Η Νταϊάνα ήρθε και στον γάμο μας στην Φλωρεντία όταν η Μαργαρίτα και εγώ παντρευτήκαμε το 2008. Εκεί στο σπίτι τους μας φιλοξένησαν και με την Μαργαρίτα και την Μαρία το 2013. Είχαμε πάει τη Μαρία από το χωριό μας στην Ιταλία γιατί είχε όνειρο να σπουδάσει Αγγλική Φιλολογία. Όταν μπήκαμε στο σπίτι είπα στην Νταϊάνα ότι «η Μαρία είναι η κληροδότησή μου (my legacy)». Τότε η Νταϊάνα είπε στην Μαρία: «Εδώ είναι το σπίτι σου. Θα τηλεφωνάς για ότι χρειαστείς και θα έρχεσαι όποτε θέλεις». Η Μαρία έβγαλε το Κολέγιο στο Μπρίστολ όπου την πήγαμε, και μετά έβγαλε την Οξφόρδη. Δεν τηλεφώνησε στην Νταϊάνα και στον Ίαν ούτε μια φορά.
Το σπίτι που αγόρασαν η Νταϊάνα και ο Ίαν το 1977 είναι δυτικά του Σάουθάμπτον, στην άκρη ενός δάσους που λέγεται Το Καινούργιο Δάσος (The New Forest). Λέγεται «καινούργιο» επειδή διέταξε να το φυτεύσουν ο Ουίλιαμ ο Κατακτητής τον ενδέκατο αιώνα, ώστε να μπορεί να κυνηγά ελάφια. Πάντα υπάρχει ένα λευκό ελάφι στο New Forest. Το λευκό ελάφι, "The White Hart" είναι ένας μύθος που είναι επίσης και πραγματικότητα.
Επιστρέφοντας στην ιστορία μας, τον Ιούλιο του 1975, όταν γύρισα στο Λονδίνο από την πρώτη μου επίσκεψη στο Σάουθάμπτον, μετακόμισα με τις δύο Γερμανίδες στο Πάντινκτον και μου είχαν μείνει ακόμα τέσσερεις εβδομάδες διακοπές. Προσπάθησα να φτάσω κάπου με την μία από τις δύο Γερμανίδες, αλλά, νάιν! Νιχτ! Εν τω μεταξύ... Ήθελα να δω αν μπορώ να υπολογίζω στον εαυτό μου. Την πρώτη μέρα πήρα τα πεζοδρόμια και έμπαινα σε εστιατόρια ρωτώντας αν έχουν δουλειά για μένα. Σε λίγες ώρες με είχαν προσλάβει σε ένα μικρό εστατόριο Γαλλικής κουζίνας, να πλένω πιάτα με μισή λίρα την ώρα. Και αυτή ήταν η πρώτη δουλειά που έκανα στη ζωή μου. Στο Πάντινκτον του Λονδίνου, δίπλα στο Χάυντ Παρκ. Την τέταρτη εβδομάδα με άφησαν να σερβίρω και να παίρνω πουρμπουάρ. Στο τέλος της τέταρτης εβδομάδας τους είπα ότι φεύγω, και έφυγα. Πήρα τα χρήματα που είχα βγάλει, πήγα στην Κάρναμπυ Στρητ και αγόρασα ένα δερμάτινο μπουφάν πιλότου. Επέστρεψα δέκα μήνες αργότερα μόλις τελείωσα την Έκτη γυμνασίου στην Αθήνα.
Στο Χάυντ Παρκ 16,5 χρονών, με το καινούργιο μου δερμάτινο μπουφάν, 1975 |
Τριάντα χρόνια αργότερα, το 2005, έδωσα το μπουφάν στον Κώστα, 14 χρονών, αλλά με το που έγινε 16 του ήταν πια πολύ μικρό. |
The White Hart, The New Forest, 2008 |
Τσίμα-τσίμα έβγαλα το γυμνάσιο, κάμποσα μαθήματα με 10 και 12 στα 20. Κανένα σεβασμό δεν διατηρώ για την αξία του χαρτιού μου του γυμνασίου γιατί ξέρω πως παρά λίγο δεν το πήρα. Ήταν πλέον προφανές ότι Πολιτικός Μηχανικός σαν τον παππού δεν θα γινόμουνα οπότε ο πατέρας μου μου είπε να κάνω νομική, να γίνω δικηγόρος στα ναυτιλιακά να μου βρει δουλειά στον Πειραιά. Επιστρέφοντας στο Λονδίνο ξεκίνησα το Κολλέγιο όπου σπούδαζα Νομικά, Οικονομικά, Ιστορία και Κοινωνιολογία.
Μετά από τον πρώτο χρόνο άρχισα να ανησυχώ. Κάτι δεν πήγαινε καθόλου καλά. Την Νομική την σεβόμουνα, ιδιαίτερα την Βρετανική Νομική, αλλά δεν είχα την ικανότητα, ή μάλλον την θέληση να μάθω με τον τρόπο που έπρεπε. Τα Οικονομικά κατάλαβα ότι είναι η αστρολογία του εικοστού αιώνα, και οι οικονομολόγοι κάτι σαν μάγοι που κοιτάν σε μια κρυστάλλινη σφαίρα να δουν το μέλλον, και οι διευθυντάδες και οι πολιτικάντηδες τους παίρνουν και στα σοβαρά. Η Ιστορία είναι το μεράκι μου αλλά θέλανε να σπουδάσω Ιστορία της Βρετανίας του 18ου αιώνα που δεν θα ήταν δυνατόν να με ενδιαφέρει λιγότερο. Η κοινωνιολογία ήταν πολύ ενδιαφέρουσα αλλά εκτός από το να εκφράσει κανείς υποκιμενική γνώμη ως προς το γιατί έγινε μια επανάσταση δεν μπορούσα να βρω κάποια χρήση για τη επιστήμη αυτή για το υπόλοιπο της ζωής μου.
Και έτσι, αφού αγόρασα την πρώτη μου φωτογραφική μηχανή να μου κρατάει συντροφιά, στον δεύτερο χρόνο του Κολλεγίου, έκλεισα ραντεβού, 10 η ώρα το πρωί, κάθε Τρίτη πρωί, κάθε εβδομάδα, με την Σύμβουλο Μαθητών, την Τζούλια και της ζήτησα να με βοηθήσει να βρω τι να κάνω στην ζωή.
Έτσι, ένα άλλο θαύμα έγινε... Μια μέρα κατά τον Φεβρουάριο του 1978, η Τζούλια με ρώτησε τι είναι αυτό που μου δίνει χαρά όταν το σκέφτομαι ή το κάνω. Μετά, καθώς ακόμα σκεπτόμουν την απάντηση, με ρώτησε αν έχω σκεφτεί να πάω σε κινηματογραφική σχολή, και με ρώτησε αν έχω ακούσει για μια φημισμένη σχολή κινηματογράφου δίπλα στο Κόβεντ Γκάρντεν.
Η Τζούλια, φωτογραφημένη από εκεί που καθόμουνα στις συναντήσεις μας. Η Τζούλια είναι η πυξίδα και κινητήρια δύναμη εκκίνησης κατά πολύ περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο, για ότι έκανα στην ζωή μου. |
Η κινηματογραφική σχολή απαιτούσε ορισμένες εργασίες από υποψήφιους, φτιαγμένες για την αίτηση, συν τα αποτελέσματα των διαγωνισμών του τέλους του δευτέρου έτους του Κολλεγίου. Η σχολή με δέχτηκε βάση των εργασιών που έκανα για την αίτηση χωρίς να περιμένει τα αποτελέσματα των διαγωνισμών του Κολλεγίου.
Το χαρτί της σχολής κινηματογράφου που πήρα θεωρείται Masters. Αλλά ποτέ δεν εργάστηκα στον κινηματογράφο. Εργάστηκα στην ζωή μου 10 χρόνια σαν φωτογράφος στο Λονδίνο και την Αθήνα, 18 χρόνια σαν δάσκαλος φωτογραφίας, δύο στο Λονδίνο και 16 στην Βοστόνη τα βράδια, πέντε χρόνια σαν production manager για έντυπα μάρκετινγκ και καταλόγους μόδας στην Βοστόνη, και 23 χρόνια σαν σχεδιαστής και προγραμματιστής συστημάτων βάσεων στοιχείων, και επαγγελματικών ιστοσελίδων, τα δύο τελευταία με δικές μου εταιρίες στην Βοστόνη, Νέα Υόρκη, Κολοράντο, Σικάγο... και ακόμα και από εδώ, από το χωριό μας. Ότι έκανα ποτέ επαγγελματικά δεν το έχω σπουδάσει. Είμαι εντελώς αυτοδίδακτος σε ότι έκανα στην ζωή μου με το οποίο να έβγαλα μια δεκάρα.
Και με ρωτάνε, μα τι πολυτεχνίτης είσαι ρε παιδί μου, πόσα επαγγέλματα έχει κάνει;
Και απαντώ: Ένα επάγγελμα. Επικοινωνία.
Από ότι έκανα, πάντως, αυτό που θυμάμαι με περηφάνεια είναι που έπλενα πιάτα στο εστιατοριάκι στο Λονδίνο το 1975. Όταν το είχα πει στους γονείς μου από το τηλέφωνο είχαν κλάψει από συγκίνηση. Αλλά όταν το είπα στους συνομήλικούς μου φίλους στην Αθήνα, όταν γύρισα, πως πέρασα τις διακοπές μου, με κοιτούσανε σαν να ήμουνα μουρλός.
Μπορεί να είμαι μουρλός, μπορεί και όχι. Η Μαργαρίτα πιστεύει ότι έχει βρει την απάντηση: Ο πελαργός, λέει, με πήγαινε στην Ισλανδία, αλλά καθώς πετούσε πάνω από την Ακρόπολη χασμουρήθηκε και έπεσα κατά λάθος.
~~~
Επαγγελματίες ηθοποιοί εργάζονται αφιλοκερδώς για ταινίες μαθητών
Στο δεύτερο έτος γυρίσαμε ένα δικό μου σενάριο με θέμα το βράδυ που πέθανε ο παππούς μου.
Λεγόταν: Family Evening
Λεγόταν: Family Evening
Εγώ έκανα την σκηνοθεσία.
Οι ηθοποιοί που υποδύθηκαν την μητέρα μου, τον πατέρα μου και εμένα |
Οι ηθοποιοί που υποδύθηκαν την γιαγιά μου, και τον παππού μου |
Η «μητέρα» μου, καθιστή, και η μεγάλη της αδελφή, η «θεία» μου, ορθια. |
Τελευταίες οδηγίες |
Στήνωντας μια γωνία |
Το σετ |
Πρόβα |
Οι σχολές συνεργάζονται. Την ορχηστρική μουσική επένδυση της ταινίας που γυρίσαμε το φθινόπωρο του 1979 για τον θάνατο του παππού μου, την συνέθεσαν και την ηχογράφησαν μαθητές του Βασιλικού Κολλεγίου Μουσικής. Βρισκόμουνα ήδη πάνω σε ένα υπέροχο κύμα επειδή τον Μάιο του 1979 είχα εργαστεί σαν διευθυντής φωτογραφίας σε ένα ντοκιμαντέρ που γυρίσαμε, σαν μαθητές και στην Αγγλία και με την Σουηδική Τηλεόραση, Κανάλι 2, στην Στοκχόλμη. Το ντοκιμαντέρ ήταν για έναν Άγγλο εφευρέτη που είχε εφεύρει και ανέπτυσσε στην Σουηδία ένα καινούργιο περίεργο πράμα που λεγόταν Ψηφιακή Εικόνα Κινουμένων Σχεδίων και γινότανε με κάτι που λεγόταν κομπιούτερ. Μετά, τον Ιούλιο του 1979, στην Σπιτσβέργη, είχα γνωρίσει και ερωτευτεί μια κοπέλα από την Κονεκτικούτη που το 1984 θα γινόταν η πρώτη μου σύζυγος για 17 χρόνια, και το 1990 η μητέρα του Κώστα.
Γυρίσματα στην Στοκχόλμη |
1980 |
~~~
Ωραίο σαν παραμύθι!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι να το μπράβο που αξίζει κάποιος. Όταν ζει τη ζωή που εκείνος επιλέγει.
Καλό Σ/Κ στα όμορφα βουνά σας!
Καλό σου Σαββατοκύριακο αγαπητή μου Scarlett!
ΔιαγραφήΣ' ευχαριστώ! :-)
...βέβαια, αν οι γονείς μου δεν με είχαν βάλει σε ένα αεροπλάνο μόνο μου στα 16, αν στα 19 δεν είχα αποφασίσει ότι χρειάζομαι την Σύμβουλο Μαθητών, και αν η Τζούλια δεν ήταν η Σύμβουλος που ήταν... τώρα μάλλον θα τύλιγα γύρους-καλαμάκια στον Πειραιά :-)
ΔιαγραφήΣίγουρα η ζωή όλων μας είναι ένα αποτέλεσμα συγκυριών μέσα στις οποίες υπάρχουν και οι δικές μας προσωπικές επιλογές, αλλά πιστεύω πως τα ανήσυχα πνεύματα πάντα κάνουν επιλογές που τους ταιριάζουν καλύτερα. Οπότε δεν ξέρω αν θα τύλιγες σουβλάκια στον Πειραιά, αλλά κι αυτό να έκανες θα το έκανες και λίγο από επιλογή :-)
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ σωστή!!! Η ψυχή, σαν το νερό που και πέτρες στον δρόμο του δεν το σταματούν, πάντα βρίσκει τρόπο. Ίσως να είμαι ολίγον επηρεασμένος βλέποντας σήμερα νέους ανθρώπους γύρω μου υπνωτισμένους από τα κινητά τους ...και τους τηλεπαρουσιαστές.
ΔιαγραφήΤο να βρεις έναν άνθρωπο με ανοικτό μυαλό και εμπειρία να σε κατευθύνει από νωρίς είναι σπουδαίο πράγμα, και ήσουν τυχερός σε αυτό σίγουρα. Και εγώ χρειαζόμουν έναν σύμβουλο αλλά δεν τον είχα όμως. Και βέβαια βρέθηκες σε μια χώρα με πολύ καλό εκπαιδευτικό σύστημα και με οργάνωση. Έτη μπροστά από εμάς. Όπως και ότι έζησες σε μια άλλη εποχή, με ευκαιρίες. Τέλεια όλα όσα διάβασα.
ΑπάντησηΔιαγραφήRoadartist mου, είναι πράγματι σημαντικό να βοηθιούνται οι νέοι άνθρωποι με το να επιλέξουν κατεύθυνση, και είναι ένα θέμα πολύπλοκο επειδή συνδέεται με τον τρόπο με τον οποίον προσφέρεται η κατεύθυνση σε συνδυασμό και με κοινωνία και με οικογένεια (καλά στοχευμένες ερωτήσεις στις οποίες δίνει ο νέος τις δικές του απαντήσεις, αντί για οδηγίες που ακολουθούν τις έμμονες ιδέες της εκάστοτε κοινωνίας) Στον Κώστα πάντα έλεγα από τεσσάρων-πέντε χρονών ότι δεν έχει σημασία τι επάγγελμα θα κάνει, ή τι, ή και αν θα σπουδάσει, αρκεί να κάνει κάτι που του γεμίζει την δική του την ψυχή και τον κάνει ευτυχισμένο.
ΔιαγραφήΠράγματι… πράγματι, «ανοικτό μυαλό», πλην όμως όταν πλέον τα περισσότερα μυαλά γύρω μου φαινόντουσαν «ανοικτά», σκέφτηκα ότι πιθανώς δεν ήταν τόσο ότι αυτά ήταν ανοικτά όσο το ότι τα προηγούμενα που γνώριζα ήταν …«κλειστά» :-)
Έχω την εντύπωση πάντως ότι, είχες-δεν-είχες σύμβουλο, έχτισες μια Roadartist αξιόλογη, οπότε… αυτό είναι το μυστικό <3