Υπάρχει μια έκφραση στα Αγγλικά, ότι, κάτι «…is going to hell in a hand basket». Κάτι σαν να λέμε ότι όλα πάνε κατά διαόλου. Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος υποτίθεται πως ήταν ο πόλεμος που θα έδινε τέλος στους πολέμους. Αλλά δεν έγινε έτσι: είχαμε και τον δεύτερο. Μετά, ξαναχτίσιμο, ευημερία, ανθρώπινα δικαιώματα, ψυχεδελισμό… και τα υψηλά ιδανικά των ’60 και τα παιδιαρίσματα των ’70 έθρεψαν την γενιά απληστίας των ’80 και στο τέλος η ανθρωπότητα έψαχνε για το τι θέλει… τι έχει σημασία… καθώς η γενιά που ερχόταν στα πράγματα ήταν απαίδευτη και αγγράμματη έχοντας μάθει από τους γονείς τους ότι το στάτους κβο ήταν δικαιωματικό –αντί για κάτι το επικίνδυνο που θα μας έτρωγε σαν καρκίνος αν δεν τα είχαμε δεκατέσσερα. Τυφλοί όμως πέσαμε σε ένα τοίχο, ή στο κενό. Και ο κόσμος, όπου και να κοιτάξεις πάει γραμμή στο διάολο τσουλώντας σε ένα καλάθι σουπερμάρκετ.
Υπήρξαν βέβαια κι’ άλλες εποχές στην ιστορία σαν και τούτη, ίσως και χειρότερες, λες και ο κόσμος κάνει κύκλους… όμως υπάρχει μια διαφορά. Σε καμία από τις περασμένες παρόμοιες εποχές δεν είχαμε εφτά και μισό δισεκατομμύρια ανθρώπους, πυρηνικά όπλα, χημικά όπλα, βιολογικά όπλα, και έναν πολιτισμό ο οποίος κινείται, εξαρτάται και επιζεί με ένα καύσιμο που τελειώνει σε έναν πλανήτη όπου το κλίμα αλλάζει δραστικά και ανεπίστρεπτα.
Η λύσεις που θα μπορούσαν να υπάρξουν, αν υπήρχαν, έχουν ξεπεράσει σε μέγεθος και σημασία το επίπεδο πολιτικής ή οικονομίας. Επίσης, τώρα, και να θέλαμε παιδεία δεν μπορούμε πλέον να την έχουμε γιατί δεν υπάρχουν πια ούτε δάσκαλοι ούτε συγγραφείς εκπαιδευτικών βιβλίων εφ’ όσον για τουλάχιστον δύο γενεές δεν αναθρέψαμε ούτε δασκάλους ούτε συγγραφείς εκπαιδευτικών βιβλίων.
Και χωρίς παιδεία ποιος πλέον θα κατανοήσει την έννοια και σημασία της αυτοπειθαρχίας, της ηθικής και της επιλογής;
Ήθελα πάντα να κάνω ότι μπορώ και να φύγω χαμογελώντας για τις επόμενες γενιές. Δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι μπορεί να είμαι μια από τις τελευταίες γενιές στο κλείσιμο της αυλαίας του πολιτισμού που χτίσαμε. Όμως με τις κλιματικές συνθήκες που έρχονται, το πετρέλαιο που τελειώνει τα επόμενα 40 χρόνια, την σχετική φτώχια που εξαπλώνεται αντίθετα στο τι είχαν μάθει οι γενιές να περιμένουν δικαιωματικά… τον πανικό και θυμό από αυτά, που μεταφράζονται στην λεγόμενη παγκόσμια τάση προς την «δεξιά» και την απομόνωση… τα όπλα που εφεύραμε… το μόνο που θα μείνει πριν το τέλος θα είναι ο κανιβαλισμός.
Η ιστορία του Μόμπυ Ντικ δεν ξεπήδησε από την φαντασία του Μέλβιλ. Ήταν η λογοτεχνικά γαρνιρισμένη αληθινή ιστορία του φαλαινοθηρικού Έσσεξ το οποίο το βύθισε μια τεράστια φάλαινα στον Ειρηνικό στις 20 Νοεμβρίου του 1820. Η λεπτομερής περιγραφή του τι ακριβώς έκανε η φάλαινα φούντωσε μύθους επί εκατόν πενήντα χρόνια. Μόνο πρόσφατα όμως καταλάβαμε ότι η φάλαινα είχε φερθεί πολύ φυσικά –κατά την φύση της. Είχε λαθέψει το μικρό καράβι για άλλη αρσενική φάλαινα και είχε μονομαχήσει μαζί με την άλλη «φάλαινα» όπως είχε κάνει τόσες άλλες φορές, για να προστατέψει την θέση που κατείχε στο κοπάδι των θηλυκών. Η πραγματικότητα είναι πάντα πιο απλή από τις φαντασίες που πλάθουμε εμείς οι άνθρωποι. Και ο μόνος νόμος είναι η φύση, και η φύση μας.
Ίσως οι λίγοι άνθρωποι που θα επιζήσουν στους αιώνες που έρχονται, στις προ-3.000 χρόνων συνθήκες που επανέρχονται, να πλάσουν μύθους και διδάγματα… μια μυθολογία του γιατί καταστράφηκε ο πολιτισμός των παππούδων τους. Αργότερα όμως οι ακόμα πιο πέρα γενιές ίσως να καταλάβουν την απλότητα του τι συνέβη όπως εμείς καταλάβαμε πια την φάλαινα που ενέπνευσε τον Μόμπυ Ντικ. Ίσως να καταλάβουν ότι οι παππούδες τους δεν μπόρεσαν να υπερβούν την φύση τους, μια φύση που τους είχε προικίσει με λίγο περισσότερο του δέοντος ατομικισμό και εγωκεντρισμό, και λίγη περισσότερη ικανότητα και ανάγκη φαντασίας από όση θα μπορούσε να τους επιτρέψει να επιζήσουν. Ένα υπέροχο πείραμα της φύσης και της εξέλιξης, ένα πείραμα όμως που απέτυχε.
Ο τρίτος πλανήτης ενός άστρου θα συνεχίσει να περιφέρεται νωχελικά στο σύμπαν, καθώς οι ήπειροι θα συνεχίσουν να αλλάζουν θέση, το κλίμα θα αλλάζει σαν εκκρεμές …και η ζωή θα συνεχίσει, εξελίσσοντας καινούργια πειράματα. Και η Γη δεν θα θυμάται καν εκείνο το πείραμα που κάποτε έχτισε έναν αυτοκαταστρεπτικό πολιτισμό για τέσσερεις-πέντε χιλιάδες χρόνια. Μια μέρα, και οι πυραμίδες, και οι ουρανοξύστες, και τα υπολείμματα των μηχανών, θα έχουν γίνει σκόνη.
Αυτά έψελνε και η κακομοίρα η Κασσάνδρα στην Τροία πριν βγουν οι πονηροί από την κοιλιά του ξύλινου άλογου. Η παρούσα και υπογράφουσα Κασσάνδρα όμως θέλει να τελειώσει σε μία νότα πιο ευχάριστη από τις αλήθειες των περασμένων παραγράφων. Παρ’ όλα τα παραπάνω, δεν υπάρχει τίποτα, μα τίποτα, που να με έκανε να σταματήσω έστω και για μία στιγμή να χαίρομαι σε μέθη δέους από την ομορφιά του σύμπαντος που επετράπη στην τόσο προσωρινή και φευγάτη συνείδηση του «είναι» μου να κοιτά και να θαυμάζει για το ανοιγοκλείσιμο του ματιού που είναι μια ολόκληρη ζωή.
Ax να μην έχω χρόνο τους τελευταίους μήνες να διαβάζω τα μπλογκς που έχουν ενδιαφέροντα πράγματα να πούνε... Θα έρθουν κ πιο ήρεμες εποχές για μένα... Όλα πάνε κατά διαόλου, δε λες τίποτα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜόνο εμείς οι ίδιοι μπορούμε να κάνουμε κάτι, και μόνο για εμάς τους ίδιους, ο καθένας... αν μπορούμε να βρούμε ένα κέντρο, δικό μας, και να το τοποθετήσουμε, και να τοποθετηθούμε σαν μέρος του συνόλου της ύπαρξης γύρω μας --χωρίς φόβο, χωρίς προσδοκίες, χωρίς αμφισβήτηση, ελεύθεροι από τα κουτιά για τα οποία μας είχαν διδάξει..
ΑπάντησηΔιαγραφή