Η γλώσσα είναι ένα όργανο μέσα στο ανθρώπινο στόμα, το οποίο χρησιμοποιούμε για να κατευθύνουμε κομμάτια τροφής καθώς τα μασάμε και να αισθανθούμε γεύσεις, ή να κατευθύνουμε το σάλιο μας που συλλέγεται στο στόμα, όπως και για να ειδικεύσουμε τους ήχους που βγαίνουν από το στόμα μας καθώς μιλάμε, και, επίσης, να συμπλέκουμε την δική μας γλώσσα με την γλώσσα κάποιου άλλου στην φυσική έκφραση σαρκικής επιθυμίας που λέγεται Γαλλικό φιλί. Όσον αφορά την φυσική έκφραση σαρκικής επιθυμίας υπάρχουν και άλλες χρήσεις της γλώσσας μας.
Υπάρχουν και άλλα παραδείγματα: Στα Ελληνικά, «αγάπη» και «έρωτας» αντιστοιχούν, περίπου, στα Αγγλικά « love» και «being in love».
Στα Ιταλικά, η λέξη «amore» χρησιμοποιείται μόνο για έρωτα ενώ όλες οι άλλες εκφράσεις αγάπης χρησιμοποιούν το «ti voglio bene», όπου «voglio» σημαίνει «θέλω» και «bene» σημαίνει «καλά». Ναι, είναι λίγο μπερδεμένη η έκφραση αισθημάτων στα Ιταλικά. Μάλιστα, στα Ιταλικά, για να απευθυνθούμε σε άλλο άνθρωπο ευγενικά, δεν χρησιμοποιούμε το δεύτερο πληθυντικό αλλά το …τρίτο ενικό! Δεν λέμε «Σας ευχαριστώ», ή «Καλημέρα σας» αλλά «Το ευχαριστώ» ή «Καλημέρα του». Δηλαδή, αν θέλουμε να πούμε στον γέρο δάσκαλό μας του δημοτικού, τώρα που είναι 80 χρονών, «Σας αγαπώ πολύ, δάσκαλε!» του λέμε «Το θέλω καλά, μαέστρο!», όπου «το» είναι τρίτο ενικού, και μαέστρος είναι ο δάσκαλος --ακόμα και ο μαέστρος ορχήστρας είναι δάσκαλος ορχήστρας, γεγονός που προτείνει την περεταίρω ανάλυση του τι ακριβώς εννοεί η λέξη δάσκαλος στον Ιταλικό νου.
Μου είναι τρομερά δύσκολο, ακόμα και μετά από δέκα πέντε χρόνια στην Ιταλία, να κάνω τον νου μου να αισθανθεί το τρίτο ενικό σαν ευγένεια αντικαθιστώντας το δεύτερο πληθυντικό (ευτυχώς, στα Αγγλικά δεν υπάρχει δεύτερο ενικού παρά μόνο δεύτερο πλυθηντικού). Αντί να πω «σας ευχαριστώ» να λέω «το ευχαριστώ» (grazie a lei, γκράτσιε α λέη). Πάντα διευκολύνω την γλώσσα μου με το να θυμάμαι πως ο Αυστριακός Μότσαρτ ευχαρίστησε τον Ιταλό Σαλιέρι στην Βιέννη λέγοντας «γκράτσιε α λέη» στα Ιταλικά. Αν ο Αμερικανός ηθοποιός που υποδυόταν τον Αυστριακό συνθέτη στην ταινία του Τσεχοσλοβάκου σκηνοθέτη Μίλος Φόρμαν είπε «γκράτσιε α λέη», μπορώ να το λέω κι’ εγώ! Όσο πραγματικά υποκριτική και να ακούγεται σε μη-Ιταλικό αυτί η Ιταλική ευγένεια.
Πράγματα που όλα, και περισσότερα, αποδεικνύουν ότι ποτέ δεν μεταφράζουμε κατά λέξη από γλώσσα σε γλώσσα αλλά απλά αποδίδουμε έννοιες προς το πλησιέστερο –ο νους μας όμως φυλακίζεται στις αισθήσεις και έννοιες, και κατανόηση της ύπαρξης και των σχέσεων με άλλους, που έχουν αναπτυχθεί στην δική μας κουλτούρα, από την οποία εξελίχθηκε η γλώσσα μας.
Ο φίλτατος Ντεκάρτ (Descartes –που στα Ελληνικά τον λέμε φωνητικά, από τα Γαλλικά, Ντεκάρτ και όχι Ντεσκάρτες -ενώ στην Ιταλία όπου προφέρουν το κάθε γράμμα, ένας ανεκπαίδευτος Ιταλός θα τον πει Ντεσκάρτες) λέμε ότι είπε «Σκέφτομαι άρα υπάρχω» που στα Αγγλικά το λέμε «I think therefore I am». Βέβαια, στα Αγγλικά, δεν είμαστε απόλυτα σίγουροι αν εννοούσε «I think therefore I am» ή «I am thinking therefore I exist». Στα Ελληνικά και το «I think» και το «I am thinking» αποδίδονται ως «σκέφτομαι» και χάνουμε, στα Ελληνικά, την λεπτομέρεια του αν σκέφτομαι γενικά και αόριστα στον χρόνο ή αν αναφέρομαι σε σκέψεις που κάνω από-έως συγκεκριμένες στιγμές στον χρόνο που συμπεριλαμβάνουν το παρόν.
Εν τω μεταξύ, ο Ντεσκάρτες, συγγνώμη, ο Ντεκάρτ, δεν έγραψε το απόφθεγμά του στα Ελληνικά (ω, τι έκπληξη) ούτε στα Αγγλικά. Το έγραψε στα Λατινικά: Cogito Ergo Sum. Ο άνθρωπος βέβαια ήτανε Γάλλος, με μητρική γλώσσα τα Γαλλικά, και το φημισμένο του απόφθεγμα το έγραψε στην Ολλανδία το 1640 της Κοινής Εποχής.
Ο Ντεκάρτ επίσης είπε ότι η γλώσσα (ως ομιλία σε συγκεκριμένη κουλτούρα) «είναι μια μορφή αυτοέκφρασης, όχι απλά επικοινωνίας».
Είναι φανερό ότι η γλώσσα την οποία ομιλούμε, Ελληνικά, Λατινικά, Αγγλικά, Ιταλικά, κλπ., βασίζεται σε αισθήσεις/εκφράσεις, στον νου μας, οι οποίες αναπτύσσονται διαφορετικά σε κάθε κουλτούρα, ιστορικά και εξελικτικά, και η δομή της είναι άμεσα συνδεδεμένη με την εμπειρία του είδους σε γεωγραφικές περιοχές και κοινωνικές καταστάσεις.
...Εάν μαθαίνετε μια ξένη γλώσσα για επαρκή καιρό, μπορείτε να επαναπρογραμματίσετε τον εγκέφαλό σας -και την ψυχή σας ακόμα. Σε εμένα έχει συμβεί και δεν κατανοούσα ότι το έπρατα μέχρι που είχε ήδη επιτευχθεί...
Αν μας σταματήσει ένας Κινέζος στο Σύνταγμα και μας μιλήσει Κινέζικα θα καταλάβουμε ότι κάτι προσπαθεί να επικοινωνήσει αλλά δεν θα έχουμε ιδέα τι. Αν μας γαυγίσει ένας σκύλος θα καταλάβουμε ότι κάτι προσπαθεί να επικοινωνήσει αλλά δεν θα έχουμε ιδέα τι. Θα αισθανθούμε αμέσως ότι ο Κινέζος έχει σκέψεις σαν τις δικές μας, τις οποίες θα κατανοούσαμε αν γνωρίζαμε την γλώσσα του, αλλά δεν θα σκεφτούμε ποτέ ότι ο σκύλος μπορεί να έχει σκέψεις σαν τις δικές μας επειδή στα μάτια μας είναι ζώο ενώ εμείς άνθρωποι. Που είναι μεγάλο λάθος …γιατί απλά δεν έχουμε ιδέα το πως σκέπτεται, πως συνειδητοποιεί και πως αισθάνεται, αλλά έχουμε την αλαζονεία να μην υπολογίζουμε ότι και εμείς ζώα είμαστε.
Μην ξεχνάμε το ανέκδοτο όπου όταν πρωτοπήγαν Ευρωπαίοι στην Αυστραλία, έδειξαν σε έναν ντόπιο το θηλαστικό που κρατούσε το νεογνό του σε μια τσέπη στην κοιλιά του και ρώτησαν τον ντόπιο «τι είναι αυτό;» Ο ντόπιος απάντησε «Καγκουρό», αλλά οι Ευρωπαίοι δεν ήξεραν ότι «Καγκουρό» στα ντόπια σήμαινε «Δεν καταλαβαίνω τι λες». Η ιστορία δεν είναι αληθινή, αλλά είναι αστεία και δεικτική.
Ρωτάμε πως θα επικοινωνήσουμε μια μέρα με εξωγήινους αλλά δεν συλλογιζόμαστε ότι ακόμα δεν μπορούμε να επικοινωνήσουμε με ούτε ένα από τα έξι περίπου εκατομμύρια είδη ζωής που μοιράζονται τον πλανήτη μας, και ούτε καν με άλλους ανθρώπους αν δεν έχουμε σπουδάσει (και κατανοήσει) την γλώσσα τους. Το μόνο που μας μένει για επικοινωνία είναι το …Γαλλικό φιλί. Ή, ένα πιστόλι.
Πλησιάζει μια πολύ σημαντική στιγμή στην ζωή μου την οποία περιμένω με λαχτάρα και χαρά. Αρχές Δεκεμβρίου η Μαργαρίτα και εγώ θα είμαστε σε ένα από τα μικρά νησάκια που λέγονται Florida Keys, που εκτείνονται από κοντά στο Μαϊάμι, το Κη Λάργκο, έως το Κη Γουέστ στον κόλπο του Μεξικού. Και εκεί, μια μέρα, μάλλον, θα περάσω ώρες με ένα ντόπιο ινστιτούτο, όπου θα κολυμπήσω με δελφίνια και θα μπορέσω ίσως να αγκαλιάσω ένα και να κοιτάξω στο μάτι του που θα βρίσκεται στην μεριά του προσώπου μου. Και να προσπαθήσω να κάνω τις αισθήσεις μου να βρουν την γαλήνη που θα χρειαστεί το δελφίνι για να κατανοήσει, ίσως, την «ψυχή» του πλάσματος που το αγκαλιάζει. Δεν προτείνω, βέβαια, την αλαζονική θέση του να καταλάβει το δελφίνι εμένα αντί να καταλάβω εγώ εκείνο, αλλά, τουναντίον, έχω την αυθόρμητη εντύπωση ότι το δελφίνι είναι καλύτερα εξοπλισμένο να αισθανθεί το περιβάλλον του από το πόσο είναι ο άνθρωπος.
ΥΓ. Όπου υπάρχουν δελφίνια, συνήθως, φοβούνται να πάνε οι καρχαρίες, οπότε, εντάξει, μια που δεν είμαι ακόμα έτοιμος να αγκαλιάσω έναν Μεγάλο Λευκό.