Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2022

Κριτική





Την Πέμπτη, 15 Δεκεμβρίου 2022 η Μαργαρίτα και εγώ βρισκόμασταν στην Μασσαχουσέτη, νότια της Βοστόνης στα λημέρια μου όπου μεγαλώσαμε τον Κώστα με την μητέρα του και πρώτη σύζυγό μου επί 17 χρόνια, την Κριστίν. Ήμουνα «σπίτι μου» στο πιο ασφαλές μέρος του κόσμου, για μένα. Μπορεί να μεγάλωσα στην Αγγλία αλλά αυτό που μετράει είναι η χώρα που επιλέγεις να ζήσεις, όπου χτίζεις την καριέρα σου και όπου μεγαλώνεις το παιδί σου... Η Μαργαρίτα επικοινωνεί με την Κριστίν κάθε μέρα από τότε που την γνώρισε πριν 2 χρόνια όταν ο Κώστας πέταξε στο αεροπλάνο του με τη σύζυγό του τεσσάρων ημερών, την Λίντσι, προς την δύση. 

Δυό μέρες αργότερα, το Σάββατο, θα βρισκόμασταν οι τρεις μας στο παιδικό δωμάτιο του Κώστα, στο σπίτι που αγόρασα όταν ήταν 16 μηνών, αγκαλιασμένοι, δακρυσμένοι. 



Τα καράβια που συναρμολογούσαμε


Ο φίλος της Κριστιν, ο Πωλ, Βετεράνος του Βιετνάμ

Στο σπίτι του Πωλ

Την Κυριακή πήγαμε και οι τρεις στην εκκλησία μας όπου ο Κώστας πήγαινε από δύο χρονών και μετά ήθελε να είναι παπαδάκι μέχρι τα 18 του. Δεν είχα πάει στην εκκλησία μας από το Πάσχα του 2007 με τον Κώστα. Δέκα πέντε χρόνια, και. Κατά την μικρή είσοδο, ο πατέρας Ιωάννης, από την Καστοριά, με κοίταξε καθώς στεκόμουν δίπλα στην Μαργαρίτα και την Κριστίν στην δεύτερη σειρά, με τα βιβλία μας της λειτουργίας στα Ελληνικά και στα Αγγλικά που περιμένουν όλους μπροστά από κάθε στασίδι. Με κοίταξε σαν να προσπαθούσε να αποφασίσει αν είμαι πράγματι εγώ, αλλά με πιο λευκή γενειάδα. Μετά, πρώτη κοινώνησε η Κριστίν, μετά η Μαργαρίτα, και μετά ήρθε η σειρά μου. Η Μαργαρίτα έχει ήδη περιγράψει σε όλους πως όταν ήρθε η σειρά μου, «ο πατέρας Ιωάννης με χαμόγελο και αγάπη στο πρόσωπό του ψιθύρισε γλυκά: ‘Δημήτρη…’» Δακρυσμένος ακούμπησα το χέρι μου στον ώμο του για μια στιγμή καθώς έδινα την θέση μου να κοινωνήσει ο επόμενος. Μετά την λειτουργία, όταν πήγε όλο το εκκλησίασμα όπως πάντα για καφέ ή τσάι και μπισκότα, ντόνατς, κέηκ, πίτες κλπ προσφερόμενα δωρεάν στο κλειστό μας γήπεδο του μπάσκετ στο ευρύτερο κτήριο της εκκλησίας για να βρεθούμε όλοι και να τα πούμε μαζί, πήγαμε στον πατέρα Ιωάννη στο τραπέζι που καθόταν και αμέσως πετάχτηκε όρθιος με χαρά καθώς του σύστησα την Μαργαρίτα. Στάθηκε δίπλα μου, και αγκαλιάζοντάς με στον ώμο μιλώντας με την Μαργαρίτα, και την καλωσόρισε, και της είπε «ο Δημήτρης και εγώ εργαστήκαμε μαζί, χρόνια», μάλλον αναφερόμενος στο ότι δίδασκα στο κατηχητικό 14χρονα παιδιά και ανέλυα το Πιστεύω της Νίκαιας φέρνοντας στην τάξη του σχολείου κάτω από την εκκλησία βιβλία επιστημονικά και Ιστορίας. Μετά τα είπαμε για λίγο και μετά επιστρέψαμε στους γνωστούς μας και ένα καλό μου φίλο που με θυμόντουσαν τόσα χρόνια. Στα Ενωμένα Κράτη της Αμερικής, οι εκκλησίες δεν είναι θρησκευτική μπουρδολογία όπως τα της Ελληνικής Αυτοκέφαλης και Ανεγκέφαλης Εκκλησίας: είναι κοινωνικά κέντρα ταυτότητας της ρίζας, παραδόσεων και κουλτούρας του καθενός.


Αλλά τώρα, στην διήγησή μου, είναι ακόμα Πέμπτη. Και, αποφασίσαμε να πάμε στην παγκόσμια πρεμιέρα του Avatar: The Way of Water, του James Cameron, σε ένα γειτονικό σινεμά. Είχα νοικιάσει στην Νέα Υόρκη ένα GMC Terrain SUV, το παρκάραμε στο απέραντο πάρκινγκ και πήγαμε στην αίθουσα όπου θα προβαλλόταν η ψηφιακή ταινία σε τρεις διαστάσεις και σε 50 (αντί 24) καρέ το δευτερόλεπτο, σε μία τεράστια οθόνη, εξοπλισμένοι με τεράστια ποτήρια Κόκα-Κόλα, αναμνηστικά της ταινίας, τεράστιους κουβάδες ποπ κορν με βούτυρο, αναμνηστικούς της ταινίας (που τα φέραμε όλα στην Ιταλία αργότερα) και κάτσαμε στις ατομικές πολυθρόνες με κουμπιά για να σηκωθεί η ξαπλώστρα για τα πόδια. Παρεμπιπτόντως, όταν πρόκειται για τεράστιο κουβά ποπ κορν, εκείνοι από εμάς που γνωρίζουν από αυτά τα πράγματα, σταματάνε τον πωλητή όταν το ποπ κορν έχει φτάσει στη μέση του κουβά, ρίχνουμε μπόλικο υπέροχο βούτυρο Αμερικανικού σινεμά, κουνάμε τον κουβά να πάει παντού, και μετά τον γεμίζουμε μέχρι απάνω στο χείλος. Μετά, κι’ άλλο βούτυρο και άλλο κούνημα, να πάει παντού. Η τέχνη είναι να πιάνεις και να τρως τα ποπ κορν που πάνε να πέσουν έξω από το κούνημα! Στην τεράστια αίθουσα είμασταν μόνο εμείς, στις πολυθρόνες που είχα επιλέξει από το ίντερνετ λίγες σειρές μπροστά από το κέντρο της αίθουσας, και μια οικογένεια στην σειρά από πίσω μας. Μόνοι μας! Προσωπική προβολή.

Οι διαφημίσεις και τα προσεχώς κράτησαν 40 λεπτά. Καμία από τις ταινίες που μας έδειξαν στα προσεχώς δεν μας κέντρισε την παραμικρή περιέργεια να τις δούμε ποτέ. Επί τέλους, άρχισε η ταινία που περιμέναμε 13 χρόνια!

Την επόμενη μέρα έγραψα την παρακάτω κριτική στην imdb.com και εδώ βάζω την μετάφραση που έκανε το Google από τα Αγγλικά στα Ελληνικά με ελάχιστες διορθώσεις εδώ από εμένα (αν φανούν περίεργα τα Ελληνικά είναι επειδή το έγραψα στα Αγγλικά).

Water: The way of Avatar
16 December 2022

Είναι αδύνατο να μπεις σε υπερβολή όταν επαινείς αυτό το κινηματογραφικό θαύμα. Είναι μια απίστευτα καλά εκτελεσμένη οπτική εμπειρία που συνδυάζει την κινηματογραφία, το CGI και όλα τα είδη τεχνολογίας και τεχνογνωσίας που επινοήθηκαν μόνο για να δημιουργήσουν μια «πραγματικότητα» που είναι, φαινομενικά, πραγματική. Αν και θα έπρεπε να ήταν αδύνατο να υπάρχουν πουθενά αυτά που βλέπουμε στην οθόνη παρά μόνο στη φαντασία.

Η πλοκή όχι και τόσο. Ας ελπίσουμε ότι η απίστευτη οπτική εμπειρία θα σκεπάσει τις δύο ή τρεις μεγάλες και βαθιές τρύπες στην διήγηση.

Ο διάλογος είναι απλά νηπιακός. Αυτό μπορεί να θεωρηθεί πρόβλημα, εκτός κι αν το κοινό αγοράσει ότι στην Pandora (στην σελήνη όπου εξελίσσεται η πλοκή) μιλούν Semper Fi (το σύμβολο των Αμερικανών πεζοναυτών), Inner City Earth Slang (αργκό αγράμματων) και Leave it to Beaver (μια τηλεοπτική σειρά της δεκαετίας των 50 για την «τέλεια» οικογένεια).

Μην χάσετε αυτήν την ταινία, για την απίστευτη και απίστευτα καλή οπτική εμπειρία.


Εδώ τελείωσε η κριτική που έγραψα. Συμπληρώνω εδώ πως μου φαίνεται ότι ο James Cameron ενθουσιάστηκε τόσο πολύ από την τεχνική πλευρά της ταινίας που ξέχασε να χτίσει μια νοήμονα πλοκή, βασικά επαναλαμβάνοντας την πλοκή της πρώτης ταινίας του 2009. Επίσης έχει πρόβλημα λεξιλογίου ο άνθρωπος: ο διάλογος είναι πράγματι παιδαριώδης.

~

Έντεκα μέρες και δύο πτήσεις της Λουφτχάνσα αργότερα, στο σπιτάκι μας στο χωριό, στο βουνό, δίπλα στο τζάκι μας, με τα απομεινάρια του Χριστουγεννιάτικου ροστ μπηφ που έψησα για την οικογένεια, η Μαργαρίτα και εγώ είδαμε σε ανάλυση 4Κ στην οθόνη μας 50 ιντσών, το The Fablemans (2022), την καινούργια και αυτοβιογραφική ταινία του Steven Spielberg.

Την παρακάτω κριτική την γράφω πρώτα εδώ, στα Ελληνικά.

Κατά την γνώμη μου ο Spielberg είναι ένας από τους ανώτερους δημιουργούς κινηματογραφικών ταινιών στην Ιστορία, και υπάρχει λόγος για τον οποίον ένας από τους αγαπημένους του σκηνοθέτες είναι ο François Truffaut (ο Γάλλος σκηνοθέτης του Νέου Κύματος για τον οποίον έγραψα την διπλωματική διατριβή μου στο Λονδίνο το 1980). Μάλιστα, ο Spielberg πρόσφερε στον François Truffaut και τον χρησιμοποίησε στο ρόλο του «επικοινωνειτή» στην ταινία του, Close Encounters of the Third Kind (1977).

The Fablemans είναι μια ταινία χτισμένη με τα οικοδομικά υλικά που χρησιμοποιούσε ο Truffaut. Δεν έχει ούτε μια έκρηξη, δεν έχει τζάμπα σεξ ούτε γυμνά. Αντ’ αυτών απαιτεί από τον νου και την καρδιά του ακροατηρίου να λειτουργήσουν και να παρακολουθήσουν την ιστορία των ανθρώπων στην οθόνη. Και όπως στις ταινίες του Truffaut, η καλοσύνη και η ελπίδα προσφέρονται απλόχερα και γλυκά στο ακροατήριο. Η κωμωδία και η τραγωδία είναι αλληλένδετα μέρη της ζωής, όπως στις ταινίες του Truffaut. Σε δύο ώρες και τριάντα λεπτά, ο προικισμένος δημιουργός με την πάντα νεανική ψυχή αλλά ενηλικιωμένη αντίληψη εκθέτει την οικογένειά του, τους γονείς του, την δική του πραγματική ζωή, και η τέχνη του μας επιτρέπει να ταυτιστούμε με τα νοήματα που η ιστορία προτείνει, αν το θελήσουμε.

Ίσως να γράψω περισσότερα στην imdb όταν το γράψω στα Αγγλικά.


Μάθαινα κινηματογράφο στο Λονδίνο μέχρι το 1980 από γνωστούς επαγγελματίες της Βρετανικής Κινηματογραφικής Βιομηχανίας των ‘50, των ‘60 και των ‘70, καθώς ο Spielberg μας έδινε το Jaws, Close Encounters of the Third Kind, 1941 και Raiders of the Lost Arc. Είναι αναπόσπαστο και τρυφερό, αγαπημένο μέρος της πρωτύτερης ζωής μου. Και είναι τόσο έντονη χαρά να χάνομαι για δυόμισι ώρες σε ένα κόσμο όπου ο ήρωάς μας μου θυμίζει τόσο πολύ τα αισθήματα, σκέψεις και εμπειρίες που ούτε εγώ, ούτε όπως βλέπω εκείνος, ξεχάσαμε.




~~~





10 σχόλια:

  1. Καλημέρα Δημήτρη
    Τι περίεργη σύμπτωση ;
    Εχτές μόλις είδα το Avatar και το The Fablemans είναι η μόνη ταινία που μέχρι τώρα ήθελα να δω για τον φετινό χειμώνα , όμως δεν τα κατάφερα μέχρι τώρα. Και από αυτά που διάβασα σε άλλες κριτικές , αλλά και από αυτά που γράφεις εσύ αντιλαμβάνομαι ότι πρέπει να τη δω , μιας και πρόκειται για την ταινία "ενηλικίωσης" αυτού του θαυμάσιου σκηνοθέτη που όλοι αγαπήσαμε. Μπόρεσε "λέει" να τη γυρίσει μόνο τώρα που πέθαναν και οι δύο γονείς του, σαν αυτό να του έδωσε ένα είδος ελευθερίας που χρειαζόταν για το γύρισμά της.
    Για το Avatar, οι απόψεις μας λίγο πολύ ταυτίζονται. Μια όμορφη οπτική εμπειρία που κουράζει όμως με τη διάρκειά της, τα 192' λεπτά είναι υπερβολικά πολλά για μια ταινία χωρίς ουσιαστικά σενάριο και ανεπαρκέστατους, νηπιακούς όπως λές κι εσύ, διαλόγους. Ειδικά ο προβλέψιμος "πόλεμος" στο τέλος κρατάει υπερβολικά πολύ κι αυτή η αναίτια ανάσταση των νεκρών, μόνο και μόνο για να υπάρξει συνέχεια, δε βγάζει κανένα νόημα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλημέρα σου αγαπητή Scarlett!
      Καλή εβδομάδα Χριστουγέννων-Πρωτοχρονιάς!

      Δεν έχω βέβαια κανένα πρόβλημα να χαίρομαι μια ταινία τριών ωρών και δώδεκα λεπτών –οι δυόμισι ώρες των Fabelmans (2022) πέταξαν πολύ, πολύ γρήγορα, και οι τρεις ώρες και 38 λεπτά του Lawrence of Arabia (1962) δεν θα μπορούσαν να επιταχυνθούν ούτε κατά ένα λεπτό, αλλά το δεύτερο Avatar (2022), που είναι περισσότερο επανάληψη και λιγότερο συνέχεια, επιβιώνει από την οπτική εμπειρία αν πρώτα διαγράψουμε κάθε προσδοκία πλοκής ή διαλόγου. Προβλήματα πλοκής και διαλόγου χαλάνε και ταινίες 90 λεπτών :-) Για μένα προσωπικά το πρόβλημα του Avatar είναι ο διάλογος. Μου θυμίζει την στιγμή που ο Τζακ δείχνει στην Ρόουζ ένα πίνακα του Μονέ στον Τιτανικό του ίδιου συγγραφέα διαλόγου και την …διδάσκει: «Κοίτα την χρήση χρωμάτων» («Look at his use of color»), σαν να μιλάει παιδάκι ενός Λυκείου του Μανχάταν των ‘1990 που διάβασε πολλά άρθρα στους Τάιμς της Νέας Υόρκης. Στο Avatar, διάλογοι όπως «I got this» και «I’m done» (επαναλάβετε ‘x’ φορές με έμφαση) ενοχλούν το νευρικό μου σύστημα. Τες-παν, το Avatar κόστισε πάνω από 400 εκατομμύρια και μέχρι τώρα έβγαλε περίπου 2,7 δισεκατομμύρια, 750 εκατομμύρια στα ΕΚΑ και 2 δισεκατομμύρια διεθνώς, ενώ το Fabelmans κόστισε περίπου 40 εκατομμύρια και μέχρι τώρα έβγαλε περίπου 10,5 εκατομμύρια, 10,3 εκατομμύρια στα ΕΚΑ και 206 χιλιάδες διεθνώς.

      Οι «ειδικοί» (άλλο ένα είδος ανθρώπων που επιτίθεται στο νευρικό μου σύστημα) αναρωτιούνται πως αλλάζουν οι τάσεις των εισπράξεων σε κινηματογράφους από την δεκαετία των ‘1970 στο σήμερα, όπου, σήμερα, μια ταινία διοχετεύεται ψηφιακά σύντομα μετά από θεατρική πρεμιέρα, και ψάχνουν να βρουν κοινωνικές προτιμήσεις και κουραφέξαλα όταν η πραγματικότητα είναι, απλά, ότι ο Κινηματογράφος (1916-2006) έχει πεθάνει. Ανήκει στην Ιστορία.

      Όμορφη επιλογή ονόματος για την κινηματογραφική οικογένεια του Spielberg: Ο ήχος «Fabelmans» είναι «Φέημπλμανς» όπου το πρώτο συνθετικό (Fabel-) ακούγεται «Φέημπλ». Η λέξη «Fable» (αντιστροφή του ‘E’ και του ‘L’) επίσης ακούγεται «Φέημπλ» και συμαίνει «Μύθος». Προφανώς ο Spielberg χρησιμοποίησε τον ήχο «Φέημπλ» για τον εαυτό του πολύ ηθελημένα. Εννοούσε όμως ότι ο ίδιος είναι «μύθος», ή ότι «μύθος» είναι αυτό που λαχταρά να παρακολουθεί ο άνθρωπος, ή ότι «μύθος» είναι αυτό που λαχταρά να δημιουργεί ένας άνθρωπος που αγαπά τον κινηματογράφο;

      Διαγραφή
    2. Αν και δεν έχω δει την ταινία, Δημήτρη, κι επειδή πρόσεξα κι εγώ την ετυμολογία του Fabelmans, άλλωστε ο μύθος στα γερμανικά, είναι Fabel (όπως Fable στα αγγλικά) το μυαλό μου πήγε κι εμένα στο ότι είναι εσκεμμένη αυτή η επιλογή. Προσωπικά μου ταιριάζει περισσότερο η ερμηνεία "του ανθρώπου που αρέσκεται να φτιάχνει μύθους" του "παραμυθά" για να το πιο απλά.(με την καλή έννοια φυσικά :) )

      Διαγραφή
    3. Ορίστε! Δεν ήξερα στα Γερμανικά ο μύθος είναι Fabel! Πάντως στην Φρανκφούρτη πρόσεξα ότι τα Pretzel (πρέτσελ) είναι Brezel (μπρέτζελ) και είναι σχεδόν όσο υπέροχα όσο αυτά που βρίσκεις στο Μπρούκλιν :-)
      Όπως θα δεις υπήρχε λόγος πλοκής το όνομα της οικογένειας να ακούγεται καθαρά Εβραϊκής καταγωγής. Και αν και Φέημπλστήν θα ήταν ακόμα περισσότερο, το «μαν» (άνδρας/άνθρωπος) πάει καλύτερα για κατά εκεί που το πήγαμε εμείς :-)
      Σημ.: (άσχετα με τα παραπάνω) Το τελευταίο γεγονός που παρουσιάζει η ταινία είναι πραγματικό γεγονός που συνέβη στον Spielberg σε εκείνη την ηλικία. Στην ταινία τον ρόλο του Μεγαλύτερου (τότε) σκηνοθέτη του Χόλυγουντ τον παίζει ένας πραγματικός σκηνοθέτης, σημερινός μύθος, που ο Spielberg τον θαυμάζει στην πραγματική ζωή. Το τελευταίο μισό δευτερόλεπτο της ταινίας δε, είναι καταπληκτικό! :-)
      Υγ.: Αν θέλεις μπορώ να σου στείλω λινκ να κατεβάσεις την ταινία σε mp4 :-)

      Διαγραφή
    4. Σ'ευχαριστώ για τις πληροφορίες, Δημήτρη και σίγουρα θα τη δω την ταινία το συντομότερο. Άλλωστε μετά απ'όσα μου γράφεις το ενδιαφέρον μου γι' αυτήν έγινε ακόμη πιο έντονο.
      Δεν ξέρω για τα Brezel του Μπρούκλιν, αλλά τα γερμανικά Brezel δεν παίζονται, με ανώτερα αυτά της Βάδης και της Βαυαρίας. Γενικά οι Γερμανοί έχουν εκπληκτική παράδοση στα ψωμοειδή όπως και στη ζαχαροπλαστική και το γιατί κάποιοι άλλοι σαν τους Γάλλους με τα κρουασάν και τις μπαγκέτες τους ακούγονται περισσότερο μου είναι αδύνατον να καταλάβω.
      Αν δεν ξαναμιλήσουμε, καλή Πρωτοχρονιά Δημήτρη!

      Διαγραφή
    5. Μα βέβαια :-)

      Με τα pretzels στο Μπρουκλιν (σχεδόν) αστειεύομαι γιατί στην Αμερική τα πρέτσελς όπως και τα μπέηγκλ (bagel, τα πολύ χοντρά κουλούρια) θεωρούνται εντελώς εβραϊκά, όχι Γερμανικά, που ήρθαν από κεντρική Ευρώπη αρχές 20ου αιώνα και πριν. Το Μπρούκλιν της Νεας Υόρκης είναι το επίκεντρο της Εβραϊκής μετανάστευσης, το δε προάστιο Γουίλιαμσμπεργκ του Μπρούκλιν είναι χώρος ιερός γιατί εκεί γεννήθηκε η Μπάρμπρα Στράηζαντ! Είναι πάντα η μεγάλη ερώτηση κάθε άφιξης στο Μανχάτταν αν θα βρω πρώτα ένα πρέτσελ με χοντρό αλάτι, ή ένα μπέηγκλ με τυρί Φιλαδέλφεια και καπνιστό Σολωμό! (για μπέηγκλ προτιμώ φυσικά με σουσάμι και σε τοστιέρα αφού κοπεί στη μέση). Και θυμήσου τα «εβραϊκά» μπέηγκλς όταν δεις τους Φέημπλμανς! Επίσης εντελώς Εβραϊκή κουζίνα θεωρούνται τα αλλαντικά, παστράμι και ρούμπεν. Για ένα καλό παστράμι σε ψωμί rye (ράη, σίκαλη) πας στο ντέλι Katz’s στην Γούεστ Χάουστον (στην Νέα Υόρκη ο δρόμος Χιούστον προφέρεται Χάουστον –μόνο οι ντόπιοι το ξέρουν αυτό). Και στου Katz’s σε σερβίρουν υπάλληλοι Χασίντικ από τα γκισέ και η ουρά πάει γύρω από το τετράγωνο για μεσημεριανό. Με καλές εβραϊκές πίκλς! (αγγουράκια) Το τρως παρκαρισμένος στο αυτοκίνητό σου κάτω από την γέφυρα του Μπρούκλιν, στην πλευρά του Μανχάταν.

      Βέβαια έχω εντρυφήσει εις βάθος όσον αφορά ό-οοολα τα Γερμανικά ψωμιά και έχεις δίκιο! Πάντως, ενώ υπάρχουν καταπληκτικά ψωμιά, ιδιαίτερα από την Βαυαρία, προσωπικά αν μπορούσα να φάω μόνο ένα ψωμί το υπόλοιπο της ζωής θα ήταν μπακέτ από συγκεκριμένα 2-3 αρτοποιεία που έχουν μείνει στην Μονμάρτρ εις Παρισίους. Βέβαια θα μπορούσα και να επιβιώσω την υπόλοιπη ζωή μόνο με σούσι, οπότε περί ορέξεως κολοκυθόπιτα!

      Στο Σέρατον του αεροδρομίου της Φρανκφούρτης ρώτησα για ένα εστιατόριο με Γερμανική κουζίνα και μου είπαν ότι το τάδε έχει πολύ καλά χάμπέργκερ :-) Οι Αμερικανοί έχουμε ξεχάσει ότι το Αμβούργο είναι μέσα στο όνομα του εθνικού τους σνακ. Τελικά πήγαμε σε ένα για σνίτσελ Βιενουά και η ετυμηγορία μετά το δείπνο ήταν ότι αν θέλεις σνίτσελ Βιενουά, πήγαινε στην Βιένη :-)

      Διαγραφή
    6. ΥΓ. Στην Ιταλία δεν ξέρουν να φτιάχνουν ψωμί. Τους έχει ξεφύγει τελείως. Αν θέλω ψωμί πρέπει να το ψήσω εγώ! Εκτός από το ψωμί της Πούλιας (νότια) που φέρνει σε Ελληνικό χωριάτικο.

      Διαγραφή
    7. ΥΓ2. Για Πρωτοχρονιά, ψήνω βασιλόπιτα πολίτικη! Καλή Πρωτοχρονιά, Scarlett!

      Διαγραφή
  2. Καλημέρα να είστε καλά, Καλή χρονιά Δημήτρη !!!!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή