Τετάρτη 6 Δεκεμβρίου 2023

Αναμνήσεις




«Η ιδέα ότι μια κινηματογραφική ταινία πρέπει να βλέπεται μόνο μια φορά είναι η προέκταση της παραδοσιακής άποψης ότι ο κινηματογράφος είναι ψυχαγωγία αντί για τέχνη»

Έτσι λέγεται ότι αποφάνθηκε ο Στάνλεη Κιούμπρικ, ρήση η οποία, φρασεολογημένη έτσι, σε κάνει να θέλεις να τον ρωτήσεις αν μια ταινία που δημιουργήθηκε για να ψυχαγωγήσει μπορεί να φτάσει στο επίπεδο της τέχνης, ή, αν η τέχνη μπορεί και να ψυχαγωγήσει.

Έτσι τουλάχιστον κυκλοφορεί η ρήση στο ίντερνετ, που αλλού. Όμως στην πραγματικότητα αυτό που είπε ο Κιούμπρικ, σε μια συνέντευξή του με το περιοδικό Playboy το 1968, όταν παιζόταν στους κινηματογράφους η ταινία του 2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος, είναι το εξής:

«Η όλη ιδέα ότι μια ταινία πρέπει να βλέπεται μόνο μία φορά είναι μια επέκταση της παραδοσιακής μας αντίληψης για την ταινία ως μια εφήμερη ψυχαγωγία και όχι ως ένα οπτικό έργο τέχνης. Δεν πιστεύουμε ότι πρέπει να ακούσουμε ένα υπέροχο μουσικό κομμάτι μόνο μία φορά, ή να δούμε έναν υπέροχο πίνακα μία φορά, ή ακόμη και να διαβάσουμε ένα υπέροχο βιβλίο μόνο μία φορά.»

Πράγματι υπάρχουν τόσες ταινίες που βλέπω ξανά και ξανά. Ο κινηματογράφος δεν είναι απλά ένα σημαντικό μέρος της ζωής μου, αλλά μέρος μου αναπόσπαστο. Δημήτρης χωρίς κινηματογράφο θα ήταν σαν βάρκα χωρίς ωκεανό.

Μόνο στο κομπιούτερ μου έχω κάπου 1.400 κινηματογραφικές ταινίες, πέρα από τα παλιά βίντεο, τα DVD και προσφατα τα Blu-Ray και τώρα τα 4K ULTRA HD, και ο αριθμός συνεχώς αυξάνεται. Υπάρχουν τόσες ταινίες στην ζωή μου που τις βλέπω ξανά και ξανά. Έχω και αγαπημένες σκηνές, σε ταινίες, και καμιά φορά ανοίγω την ταινία μόνο για να ξαναδώ μια σκηνή που μου αρέσει...

Βέβαια, πρέπει να κάνουμε ένα διαχωρισμό μεταξύ των ταινιών που είναι έργα τέχνης, όπως ο Πολίτης Κέην ή ο Λώρενς της Αραβίας, και ταινίες που μας ψυχαγωγούν, προσωπικά και υποκειμενικά. Που σημαίνουν κάτι για μας.

Θα ήταν άστοχο να αρχίσω εδώ να γράφω λίστες ταινιών γιατί εκατό ταινίες δεν θα ήταν αρκετές.


Μπορώ όμως να αναφέρω μια και μόνο ταινία. 

Αν ήξερα πότε πρόκειται να πεθάνω, η ταινία που θα ήθελα να δω, άλλη μια φορά από την αρχή μέχρι το τέλος, σαν την τελευταία μου ταινία, είναι το The Way We Were (1973) με την Μπάρμπρα Στράησαντ και τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ σκηνοθετημένη από τον φίλο του Ρέντφορντ, τον Σύντνη Πόλακ.

Μπάρμπρα, Σύντνη και Ρόμπερτ, Σεπτέμβριο του 1972, στα γυρίσματα

Μια ιστορία αγάπης μεταξύ δύο εντελώς διαφορετικών ανθρώπων. Όπου η γυναίκα είναι πιο δυνατή. Μια ιστορία της πολιτικής, και πως άλλοι την κάνουν μέρος της ζωής τους και άλλοι όχι. Μια ιστορία του Μακαρθισμού. 


(σε αυτό το σημείο της ανάρτησης βάζουμε το τραγούδι, να το ακούτε καθώς διαβάζετε την ανάρτηση από ‘δω και κάτω)
(το βιντεάκι το έφτιαξα για σας στην σουίτα μου μονταρίσματος, και τα λόγια εδώ παρακάτω τα απόδωσα στα Ελληνικά εγώ)
(Δεν πήρα την άδεια της Μπάρμπρα να το κάνω και ελπίζω να με συγχωρέσει
)


Αναμνήσεις
Φωτίζουν τις γωνιές του νου μου
Θολές αναμνήσεις σαν σε ακουαρέλα
Του πως ήμασταν
Σκόρπιες εικόνες
Από τα χαμόγελα που αφήσαμε πίσω μας
Χαμόγελα που ανταλλάξαμε
Για το πως ήμασταν
Ήταν όλα άραγε τόσο απλά τότε;
Ή μήπως ο χρόνος έχει ξαναγράψει κάθε πινελιά;
Αν μπορούσαμε να τα ξανακάνουμε όλα
Πες μου, θα το κάναμε;
Θα μπορούσαμε;
Αναμνήσεις
Μπορεί να είναι όμορφες και όμως
Ότι πονάει στη θύμιση
Απλά διαλέγουμε να το ξεχάσουμε
Και είναι το γέλιο, που
Θα θυμόμαστε
Όποτε θυμόμαστε
Πως ήμασταν
Πως ήμασταν


Όταν γύριζαν την ταινία, η Μπάρμπρα ήταν 30 χρονών, ο Μπομπ, 36, και ο Σύντνη, 38.
Όταν πήρα το λεωφορείο από το Παλιό Φάληρο να πάω στο Σύνταγμα και από κει να περπατήσω την Σταδίου να φτάσω στο αγαπημένο μου στέκι, τους δίδυμους κινηματογράφους Απόλλων και Αττικόν, ήμουν 15 χρονών.
Είδα το The Way We Were στον Απόλλωνα που τώρα είναι καμένος, όπως και το Αττικόν, εντεκάμισι χρόνια τώρα, κάθονται έτσι από τις 12 Φεβρουαρίου 2012, καμένοι από μολότωφ, μαλάκες μηδενικά! Την φχαριστηθήκατε τη διαδήλωση, ηλίθιοι;

(attikon-apollon-pote-tha-anapsoyn-epiteloys-ta-fota)

Και από 12-13 χρονών  είχα σκεφτεί ότι τα αγαπημένα μου σινεμά αν και είχαν ωραιότατες αίθουσες είχαν πολύ μικρές οθόνες.
Το Αττικόν (δεξιά), μεγαλύτερη αίθουσα από το Απόλλων, είχε οθόνη μικρότερη του Απόλλων.

Όπως ήμουνα τότε όταν το είδα, που να φανταστώ ότι σε δύο χρόνια θα έφευγα από το Παλιό Φάληρο και ότι για πρώτη φορά θα αισθανόμουνα ειρήνη και δέος και αυτοπεποίθηση και θα άνοιγαν τα φτερά μου… ότι σε 19 χρόνια θα έπαιρνα τον όρκο του Αμερικανού πολίτη στην ίδια αίθουσα στην Βοστόνη όπου το 1773 συναντήθηκαν και σχεδίασαν να ρίξουν το Αγγλικό τσάι στα νερά του λιμανιού, που θεωρείται η πρώτη πράξη της Αμερικανικής Επανάστασης του 1776, και θα μεγάλωνα τον Αμερικανό γιό μου εκεί, στην Μασαχουσέτη… 'Οτι ο γιός μου θα συναντούσε τον Ρόμπερτ Ρεντφορντ στο Χόλυγουντ σε μια εκδήλωση. Ότι 47 χρόνια μετά από εκείνο το βράδυ στον Απόλλωνα, χιλιάδες Αμερικανοί θα θρηνούσαν τον γιό μου και θα έδιναν υποτροφίες στο όνομά του για το τι είχε χτίσει τα 30 του χρόνια πριν πετάξει προς την Δύση. Και που να φανταστώ τι και πόσες υπέροχες, 50-και-χρόνια αναμνήσεις μου επιφύλασσε η ζωή, μαζί με τις αναμνήσεις της δικής του ζωής που έχουν τόσο μεγαλύτερη σημασία από εκείνη της τελευταίας του πτήσης.

Έχει μια σκηνή, το έργο, που τόσο με είχε αγγίξει όπως ήμουνα τότε, και με αγγίζει κάθε φορά που την ξαναβλέπω. Ο Χάμπελ, ο χαρακτήρας του Ρέντφορντ, και ο αδελφικός του φίλος ο Τζέη-Τζέη είναι σε ένα μικρό ιστιοφόρο έξω από την Καλιφόρνια ένα απόγευμα, με μπύρες, και παίζουν το παιγνίδι που έπαιζαν πάντα, να ρωτάνε ο ένας τον άλλο πιο ήταν το καλύτερο εκείνο ή το άλλο που θυμούνται… το καλύτερο Σάββατο απόγευμα, ο καλύτερος μήνας… και ο Τζέη-Τζέη ρωτάει: «Καλύτερη χρονιά;!» και ο Χάμπελ απαντά με την χρονιά που παντρεύτηκε την Κέητι, 1944. Και, συνεχίζει: 1945… 1946… μετά ψυθιρίζει 1947... και σκέφτεται τα άλλα... όσα χρόνια ήταν μαζί.

Πόσο με είχε αγγίξει εκείνη η σκηνή… λίγα δευτερόλεπτα... για το πόσο την αγαπούσε και πως είχε την όραση να αναγνωρίσει την ευτυχία, αλλά και να αναγνωρίσει την ανεπάρκειά του στο να μην μπορεί να πάρει τις αποφάσεις που θα την διατηρούσαν, χωρίς να περίμενα, ακόμα και τότε, ότι μπορούν να συμβούν ούτε το ένα ούτε τα άλλα στον καθένα…

Αλλά τώρα που μπήκα στα 66, η Μπάρμπρα είναι 81, ο Ρόμπερτ 87, ο Σύντνη έχει φύγει, και το Απόλλων και το Αττικόν έχουν καεί, αν με ρωτήσει κανείς «Καλύτερη χρονιά;!» θα απαντήσω 2008. …2009 …2010, 2011, 2012… 2013 …2014, 2015, 2016… 2017, 2018, ...2019. 2020. 2021… 2022… 2023...



~~~



ΥΓ. Πριν χρόνια, βρήκα δύο σκηνές της ταινίας που τις είχαν διαγράψει (deleted scenes) και δεν τις είχε δει κανείς, ποτέ. Η Μπάρμπρα Στράησαντ είχε πολεμήσει πολύ για να μείνουν οι σκηνές αυτές στην ταινία, αλλά η Columbia τις είχε κόψει το 1973. Χωρίς αυτές τις δύο σκηνές δεν είχε δοθεί η σωστή κατεύθυνση και εξήγηση για το πως και γιατί χώρισαν, και τι σήμαινε για τον χαρακτήρα της Κέητι η ζωή της στο Χόλυγουντ την εποχή του Μακαρθισμού. Μου είχαν αρέσει πάρα πολύ και οι δύο σκηνές και τις είχα προσθέσει μόνος μου στην κόπια μου της αρχικής ταινίας, σε mp4, με την σουίτα μου μονταρίσματος. Τώρα, τον Νοέμβριο του 2023, η Στράησαντ με την Columbia έβγαλαν την έκδοση της επετείου των 50 χρονών του The Way We Were και συμπεριέλαβαν μέσα στην ταινία, επίσημα πλέον, τις δύο σκηνές. Και η ταινία, από 118 λεπτά το 1973, τώρα το 2023 είναι 123 λεπτά. Ήμουνα φυσικά από τους πρώτους που αγόρασαν τον δίσκο με την extended version, Blu-Ray Ultra-HD, 4K.


~~~






~~~



ΥΓ2Αν με αναγκάζατε να βάλω κι' άλλες ταινίες της ζωής μου από την εποχή μου του Απόλλων-Αττικόν, από τα μέσα των '70, τότε που ο κινηματογράφος με βοήθησε να επιζήσω το μαρτύριο του να μεγαλώνω στην Ελλάδα και στο συγκεκριμένο σχολείο που με είχανε βάλει από πέντε χρονών, μαζί με το The Way We Were (1973) οι άλλες δύο που έρχονται πρώτες από πολλές στον νου είναι οι Jeremiah Johnson (1972) και Three Days of the Condor (1975). Και μόλις τα τελευταία χρόνια συνειδητοποίησα ότι και οι τρεις είναι με τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ, σκηνοθετημένες από τον Σύντνη Πόλακ. Εν τω μεταξύ, το Jeremiah Johnson ήταν η ταινία που ήθελε να κάνει ο Ρέντφορντ και το The Way We Were ήταν η ταινία που ήθελε να κάνει η Στράησαντ. Ο Πόλακ και ο Ρέντφορντ δεν είχαν λεφτά για το Jeremiah Johnson και ο Πόλακ τον έπεισε να γυρίσει το The Way We Were για να βγάλουν λεφτά, τα οποία βάλανε στο γύρισμα του Jeremiah Johnson. Παραδόξως, το Jeremiah Johnson βγήκε στους κινηματιγράφους το 1972 ενώ το The Way We Were βγήκε το 1973. Το Jeremiah Johnson ήταν εργασία αγάπης για τον Ρέντφορντ, ενώ, στο The Way We Were, δεν του άρεσε το ότι ο χαρακτήρας του Χάμπελ δεν είχε αναπτυχθεί αρκετά. Το Jeremiah Johnson το γύριοσε με τον Πόλακ στις εκτάσεις που είχε ήδη αγοράσει στα Βραχώδη Όρη του κράτους της Γιούτα. Όταν τα λείψανα του πραγματικού Jeremiah Johnson (1824-1900 [ναι, η ιστορία της ταινίας είναι αληθινή]) μεταφέρθηκαν από την Καλιφόρνια, όπου είχε πεθάνει, στο καινούργιο μνημείο που του έφτιαξαν στα Βραχώδη Όρη όπου είχε ζήσει, ο Ρέντφορντ ήταν από τους τέσσερεις που μετέφεραν τα λείψανα.


- Τα βουνά έχουν γίνει επικίνδηνα για σένα. Ίσως είναι καιρός να κατέβεις σε καμιά πόλη.
- Μπα. Έζησα σε πόλη.
Αυτή η σκηνή είναι από εκείνες που με έχουν καθορίσει σαν άνθρωπο.

- Έχουμε σχέδια να εισβάλουμε στην Μέση Ανατολή;
Μια προφητική ταινία (1975) που βγήκε απόλυτα αληθινή μόλις 16 χρόνια 
αργότερα, και πάλι 28 χρόνια αργότερα.

- Χάμπελ; Είσαι με την Κέητι... το ξέρεις ότι είμαι η Κέητι;
Για να καταλάβει κανείς αυτή τη σκηνή πρέπει να δει την ταινία και να καταλαβαινει τον διάλογο στα Αγγλικά.
- Hubbel? ...it's Katie. ...Hubbel? you did know it's Katie...



~~~








~~~



Όταν είδα το The Way We Were (1973) ζούσαμε ακόμα στο ημιυπόγειο με τον κήπο, που η μητέρα μου το κρατούσε σαν παλάτι και ακόμα μυρίζω την φρέσκια παρκετίνη. Οι γονείς μου με είχαν βάλει από τότε που γεννήθηκα στο καλύτερο και μεγαλύτερο δωμάτιο, το γωνιακό, και, αν και από το ένα παράθυρο έβλεπα ένα τοίχο, από το άλλο παράθυρο έβλεπα ένα κομμάτι ουρανού.

Δέκα χρόνια αργότερα, καθώς ετοιμαζόμασταν να παντρευτούμε με την Κριστίν, η Μπάρμπρα γύρισε το αριστούργημά της, Yentl (1983), και έβαλα πάλι τώρα να ξανακούσω το τραγούδι του φινάλε που τελειώνει με:

Όσο περισσότερο ζω, τόσο περισσότερα μαθαίνω
Όσο περισσότερα μαθαίνω, τόσο περισσότερο συνειδητοποιώ
Πόσο λιγότερα ξέρω
Κάθε βήμα που κάνω
(Μπαμπά, έχω φωνή τώρα)
Κάθε σελίδα που γυρίζω
(Μπαμπά, έχω μια επιλογή τώρα)
Κάθε μίλι που ταξιδεύω σημαίνει μόνο
Ότι τόσο περισσότερο έχω να πάω
Τι λάθος έχει το να θέλεις περισσότερα;
Αν μπορείς να πετάξεις, τότε πέταξε στα ύψη
Με όλα όσα υπάρχουν, γιατί να συμβιβαστείς
Μόνο για ένα κομμάτι ουρανού;






~~~





4 σχόλια:

  1. Καλημερα Δημήτρη
    με τις όμορφες αναμνήσεις σου και τις εξίσου όμορφες επιλογές σου. Οφείλω να ομολογήσω πως ξαφνιάστηκα λίγο που Αυτη η ταινία σου αρέσει τόσο πολύ, μιας και το φύλο σου, θα τολμουσα να πω ευγενικα ευγενικα, πως μαλλον την υποτιμα :) Όχι γιατί δεν είναι ωραία γυρισμένη, αλλά επειδή οι περισσοτεροι άντρες προτιμουν το ακτιον από τις αισθηματικες ταινιες-ειδικα αυτες που περιγραφουν σχεσεις :)
    Για μένα ήταν - ειναι παντα μια αγαπημένη ταινια κι εννοείται πως τις δεκαετιες ΄80, ΄90 ολα τα κοριτσια ήμασταν ερωτευμενα με τον Ρεντφορντ.

    Θελω να σταθω κι εγω σε ένα δυο σημεια που μου εκαναν εντυπωση σε αυτην την ταινια και που μαλλον τα κατανοησα αργοτερα.
    Κατι που μου εκανε εντυπωση, Δημητρη, ήταν ότι ακόμη και μια γυναικα με τόσο εντονη προσωπικοτητα όπως η Κέιτυ -ευφυής, έξυπνη, δυναμική- έλκονταν από αυτο που θα λεγαμε έναν "άντρα τροπαιο". Όχι καποιον διανοουμενο, κουλτουριαρη, πολιτικοποιημενο σαν την ιδια, αλλα τον γοητευτικο, χαρις στην εξωτερικη ομορφια και ελαφραδα του, Χαμπλ, εκεινον που ήθελαν όλες οι γυναίκες.
    Προσωπικά το εξηγώ -περα απο την ευκολη εξηγηση οτι τα αντιθετα ελκονται- πως η Κειτυ χρειαζόταν κατι από την ελαφράδα του Χάμπελ για να ισορροπήσει το βάρος της δικής της ζωής. Οπως πολύ σωστα αναφέρεται κάπου στην αρχή της ταινίας " όλα στη ζωη τού έρχονταν εύκολα, σαν τη χώρα στην οποια ζουσε". Αντιθετα η Κέιτυ όχι μονο έπρεπε να πολεμήσει για όλα όσα ήθελε (ακομη και τα μαλλια της επρεπε να τα "σιδερώνει" ) , αλλά έβαζε και ακόμη περισσοτερους στοχους στη ζωή της από εκεινους που μονο με μαχες κατακτωνται.
    Η σχεση ήταν απο την αρχη καταδικασμενη, παρα την εντονη ελξη αναμεσα στους δυο. Και μπορει ο Ρεντφορντ στη σκηνη που αναφερεις στο πλοιο να αναπολει με νοσταλγια τα χρονια μαζι της, αλλα ξερει καλα πως δεν θα μπορουσε να ειναι ισοβια μαζι της, γιατι ηταν αυτο που ηταν , οπως και η Κειτυ ηταν κατι πολυ διαφορετικο που δεν μπορουσε διαρκως να τσαλακωνει την δικη της προσωπικοτητα. Αναμεσα στους δυο πιστευω πως εκεινη ειχε δωσει τα πιο πολλα σ'αυτην τη σχέση, γιατί την χρειαζόταν περισσοτερο απο τον Ρεντφορντ.

    Κατι που ειναι διαφορετικο σε αυτην ταινια, όπως και στη ζωή, ειναι η αντιστροφή των προτυπων . Συνηθως ειναι οι αντρες που θέλουν διπλα τους μια γυναικα τροπαιο. Πχ Μιλερ-Μονρώ, αλλα υπαρχουν και πολυ πιο απλα καθημερινα παραδειγματα . Όμως την εποχη που γυριστηκε η ταινια, ηταν τα πρωτα χρονια που οι γυναικες αρχισαν να κατακτουν σημαντικες θεσεις παντου. Κι ακομη και απο αυτην την αποψη ειναι καινοτομα η ταινια.

    Οπως και να΄χει είναι μια καταπληκτικη ταινια που βλεπεται και ξαναβλεπεται, οπως γραφεις και στην αρχη, Δημητρη :)
    Καλη σας μερα στα ομορφα βουνα σας!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις

    1. Καλησπέρα σου, αγαπητή μου Scarlett!
      Το βρίσκω πάντα αδύνατο να διαλέξω ένα κάτι, οτιδήποτε, καλύτερο από όλα τα άλλα του είδους του, πόσο μάλλον την καλύτερη ταινία… πάντα πηγαίνω προς εκείνες που μου αρέσουν περισσότερο, επιτρέποντας υποκειμενικότητα αντί να προσπαθώ για ακαδημαϊκή αντικειμενικότητα. Αλλά τότε, η λίστα αρχίζει να ξεπερνάει τις εκατό, διακόσιες…

      Αυτό που με ικανοποίησε ότι μπορούσα να αναφέρω μόνο το The Way We Were, μια και μόνο ταινία, είναι ότι ψάχνοντας διαφορετικά κριτήρια βρήκα ότι πραγματικά και για οποιουσδήποτε και συγκεκριμένους συναισθηματικούς λόγους είναι η μια ταινία που θα ήθελα να είναι η τελευταία ταινία που θα ξαναέβλεπα στη ζωή μου για ένα άψογο και τέλειο κλείσιμο της αυλαίας.

      Επίσης, το Blu-ray με την extended version αφίχθηκε εδώ στο σπιτάκι μας στο βουνό μόλις την περασμένη εβδομάδα και έχει περίοπτη θέση στις ώρες των ημερών μου!

      Και έρχεσαι τώρα με δύο υπέροχες, βάσιμες και οξυδερκείς (astute) παρατηρήσεις, που σηκώνουν αναρτήσεις για να απαντηθούν. Τα ότι 1) θεωρεί έτσι την συγκεκριμένη ταινία ένα αρσενικό μέλος της ανθρώπινης πραγματικότητας, και, 2) γενικότερα τα στερεότυπα τα οποία γυρίζει ανάποδα η ταινία.

      Ειλικρινά δεν είχα σκεφτεί ποτέ τα τελευταία 50 χρόνια το φύλο μου σε σχέση με το ότι μου «μιλάει» η ταινία. Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου από παιδί, από το ξύπνημά μου σαν αγόρι με κορίτσια γύρω μου, σαν νέος, σαν μεγαλύτερος ενήλικας μετά… ποτέ δεν είδα τα φύλα σαν οτιδήποτε άλλο, παρά εντελώς ίσα και ισάξια που συμπλήρωναν το ένα το άλλο (όπως συμπλήρωνε η Κέητι τον Χάμπελ και ο Χάμπελ την Κέητι). Φυσικά έβλεπα πάντα πεντακάθαρα τις πραγματικότητες που περιγράφεις, ιδίως στην χαριτωμένη Μεσόγειο, αλλά τις παρατηρούσα σαν άσχετες με εμένα, και περισσότερο αστείες και λυπηρές παρά δεδομένες.

      Ακόμα και σήμερα παρατηρώ, σε συζητήσεις με Ιταλίδες γυναίκες, ότι παρά τα απόλυτα δικαιολογημένα παράπονά τους για το πως τους φέρονται τα αρσενικά της κοινωνίας τους, και τι θέση έχουν στην κοινωνία τους, μετά γίνονται οι μανάδες που μεγαλώνουν την επόμενη γενεά ίδιων και χειρότερων αρσενικών.

      Η ταινία είχε παρουσιάσει σημαντικά και ενδιαφέροντα θέματα, έλξης, ρομαντισμού και πολιτικά. Προσωπικά δεν έβλεπα σημασία στο ότι η «γυναίκα» είχε πιο δυνατό χαρακτήρα από τον «άντρα», αν και παρατήρησα και μου άρεσε το «σπάσιμο» του στερεότυπου, ακόμα και όταν ήμουν 15 χρονών.

      (συνεχίζεται…)

      Διαγραφή
    2. (…συνέχεια)

      Όσον αφορά γενικότερα την πλοκή και τους χαρακτήρες προτείνω και αυτό το πρόσφατο άρθρο: https://lareviewofbooks.org/article/article-the-ways-we-were-on-sydney-pollacks-the-way-we-were-at-50/

      Παρεμπιπτόντως, οι δύο καινούργιες σκηνές, και οι δύο προς το τέλος της ταινίας, είναι:

      1) Η Κέητι, έγγειος, οδηγεί στο Λος Άντζελες και σταματάει στην άκρη του δρόμου σε μια πλατεία καθώς ακούει μια νέα φοιτήτρια να μιλάει σε ένα ακροατήριο περαστικών, και είναι το ακριβές πανομοιότυπο της Κέητι στο πανεπιστήμιο πριν 15+ χρόνια. Και η Κέητι την ακούει τώρα, και ακούει τα μπουχαΐσματα του ακροατηρίου, και δακρύζει, βλέποντας τον εαυτό της, αλλά και την κοινωνία που δεν άλλαξε.
      2) Καθώς ο Χάμπελ και η Κέητι συζητάνε στο σπίτι τους, όταν την πληροφορεί ότι ο συμμαθητής τους με τον οποίον σερβίριζε τα ποτά στον χορό αποφοίτησης, τώρα την κατέδωσε σαν κομουνίστρια, και τα στούντιο απολύουν υπάλληλους κομουνιστές ή με κομουνιστές στην οικογένεια, η Κέητι παρατηρεί ότι αν έπαιρναν διαζύγιο η δουλειά του θα ήταν ασφαλής, και τον παρακαλεί να μείνει κοντά της μέχρι να γεννήσει. Έτσι, η Κέητι κάνει άλλη μια, και την μεγαλύτερη, θυσία για τον Χάμπελ, το να τον χάσει για να τον βοηθήσει.

      Αν και το ζουμί των δύο αυτών σκηνών υπήρχε πάντα στην ταινία, τώρα είναι πλέον αναμφισβήτητα ζωγραφισμένο και εμπεδωμένο.

      Συμφωνώ με όλες σου τις παρατηρήσεις για τους χαρακτήρες, στην κεντρική σου παράγραφο, και να προσθέσω ότι ενώ η Κέτι την πρώτη φορά που τον βλέπει να τρέχει στο πανεπιστήμιο τον αποκαλεί φασίστα μεταξύ σοβαρού και αστείου, μετά αναγνωρίζει την αξία του σαν συγγραφέας όταν ακούει την ιστορία που έγραψε ο Χάμπελ να απαγγέλλεται από τον καθηγητή στην τάξη και μετά, έξω, σκίζει την ιστορία που είχε γράψει εκείνη γιατί είδε ότι δεν είχε την ίδια συγγραφική αξία, παρά το πάθος της. Μετά, όταν ο Χάμπελ της δένει τα κορδόνια του δεξιού παπουτσιού της είναι εμφανέστατο ότι όχι μόνο την είχε καταλάβει απόλυτα αλλά της εξήγησε και τον απλό τρόπο με τον οποίον θα μπορούσε να είχε κρατήσει το ακροατήριο το οποίο είχε φέρει με το μέρος της, αν μόνο είχε γελάσει στο καλαμπούρι αντί να θυμώσει.

      Μια πραγματικά υπέροχη ταινία που είχε την πραγματική και σχεδόν αξεπέραστη δυσκολία να ζυγίσει των ανθρώπων την αγάπη, με τις αρχές τους (principles) και τον χαρακτήρα τους.

      Όπως δείχνει η τελευταία σκηνή, ο Χάμπελ και η Κέητι ποτέ δεν σταμάτησαν να αγαπιόνται βαθιά μεταξύ τους, και ο Χάμπελ πάντα ήξερε ότι δεν ήταν τόσο δυνατός όσο εκείνη, στο να χάσει τα πάντα για εκείνη όπως έκανε η Κέητι για εκείνον, ξαναφτιάχνοντας μετά την ζωή της για την κόρη τους. Μια στιγμή καθοριστική, την οποία, αλλάζοντας τα φύλα της σκηνής αυτής, και κάποιες λεπτομέρειες αλλά και σημαντικές διαφορές, την έζησα και εγώ στην δική μου ζωή, μόλις πριν 12 μήνες.

      Να ‘σαι καλά!

      Διαγραφή
    3. Τελευταία σκηνή:
      Η Κέητι είπε αντίο στον Χάμπελ και την φιλενάδα του, ,προστά στο Παρκ Πλάζα της Νέας Υόρκης, χρόνια αφού χώρισαν και περνάει πάλι απέναντι να συντονίσει τους εθελοντές που μοίραζαν φυλάδια εναντίων της ατομικής βόμβας. Ξαφνικά ακούει την φωνή του Χάμπελ που είχε αφήσει την φιλενάδα του να περιμένει στο ταξί και είχε περάσει τον δρόμο ακολουθώντας την Κέητι.
      HUBBEL: You never give up, do you…
      KATIE: (περπατάει σιγά προς τον Χάμπελ): When I am absolutely forced to.
      KATIE: But I’m a very good loser.
      HUBBEL: Better than I.
      KATIE: Well, I’ve had more practice.
      KATIE: Your girl is lovely, Hubbel. Why don’t you bring her for a drink when you come?
      HUBBEL: I can’t come, Katie. I can’t.
      KATIE: I know.
      Φτιάχνει με το χέρι της τα μαλλιά του (όπως έκανε πάντα).
      Της πιάνει το χέρι και έρχονται πιο κοντά. Αγκαλιάζονται για κάμποση ώρα. Κλείνουν τα μάτια τους.
      HUBBEL: How is she?
      KATIE: She is just beautiful. You would be so proud of her.
      HUBBEL: I’m glad.
      HUBBEL: Is he a good father?
      KATIE: Yes. Very.
      HUBBEL: Good.
      Παίρνει ένα από τα φυλλάδια που μοιράζει η Κέητι και τα κρατούσε στο χέρι της.
      HUBBEL: See you Katie (όπως της έλεγε πάντα)
      KATIE: …See you Hubbel (όπως του έλεγε πάντα)
      Μένει μόνη της στο πεζοδρόμιο, απέναντι από το Παρκ Πλάζα, και μετά από λίγο συνεχίζει να μοιράζει τα φυλλάδια στους περαστικούς.
      KATIE: Ban the bomb! Join the thousands of Americans who are protesting the use and manufacture…
      (Memories, το τραγούδι και οι τίτλοι του τέλους)

      Διαγραφή

Σημειώσεις σχετικά με τα σχόλια:

Η Αποθήκη Σκέψης δεν δέχεται "Ανώνυμα" σχόλια, γιατί μερικοί ανώνυμοι διάλεγαν να μην υπογράφουν καν με κάποιο όνομα κάτω από το σχόλιό τους. Ενώ ούτε η μπλογκική ταυτότητα ούτε ένα όνομα γραμμένο κάτω από ένα σχόλιο σημαίνουν τίποτα, η προδίδουν κανένα πραγματικό στοιχείο, η πλήρης ανωνυμία δείχνει απλά έλλειψη οποιουδήποτε σεβασμού προς τους άλλους σχολιαστές. Ζητώ συγγνώμη για αυτήν την αλλαγή από τους φίλους που υπέγραφαν τα ανώνυμα σχόλιά τους και ελπίζω να βρείτε έναν τρόπο να συνεχίσετε να σχολιάζετε όποτε θέλετε.


Για να απαντήσετε σε μεμονωμένα σχόλια, κάντε κλικ στο λινκ "Reply" κάτω από το κάθε σχόλιο. Για να συνεχιστεί η σειρά σχετικών σχολίων κάτω από ένα συγκεκριμένο σχόλιο πρέπει να πατάτε το λινκ "Reply" κάτω από το αρχικό σχόλιο της σειράς.

Για να γράφετε ανεξάρτητο σχόλιο πρέπει να χρησιμοποιείτε το κουτί σχολίων κάτω-κάτω χωρίς να πατάτε "Reply" προηγουμένως.