Από την προέλευση των λέξεων, στην Γαλλία του τέλους του δεκάτου ογδόου αιώνα, πηγάζει ότι «Δεξιά» σημαίνει «Κυβέρνηση» και «Αριστερά» σημαίνει «Αντιπολίτευση».
Τον τελευταίο αιώνα, η «Αριστερά» ταυτίστηκε με σοσιαλισμό ο οποίος έχει ανάγκη εκτεταμένο σχήμα κυβέρνησης που κατευθύνει την οικονομία και η «Δεξιά» ταυτίστηκε με περιορισμένο σχήμα κυβέρνησης που διευκολύνει την ιδιωτική πρωτοβουλία. Λογικό, εφ’ όσον η αντιπολίτευση είναι κατά τον ορισμό της η φωνή των μη-εχόντων.
Οι λέξεις με τους αιώνες εστίασαν στο πως αντιμετωπίζεται η ιδιωτική πρωτοβουλία, όπου όσο «δεξιότερα» πάει κανείς επιτρέπει περισσότερη ιδιωτική πρωτοβουλία, πρακτική που αφήνει ακάλυπτους τους ανήμπορους ιδιώτες και δημιουργεί πλούτο για εκείνους που μπορούν και φτώχεια για εκείνους που δεν μπορούν. Και, όσο πιο «αριστερά» πάει κανείς επιβάλλεται στην ιδιωτική πρωτοβουλία κρατώντας την σε θέσεις οι οποίες επιτρέπουν την κίνηση και διάθεση χρήματος στα στρώματα που είναι λιγότερο ικανά να φροντίσουν τον εαυτό τους χωρίς κρατική βοήθεια και κηδεμονία.
Το πουγκί της οικονομίας το κρατάει η «δεξιά» καθώς η «αριστερά» προσπαθεί να πάρει από το πουγκί για να δώσει στους αδύναμους –στο τέλος όμως αφήνοντας το πουγκί άδειο.
Συν αυτά, τα άκρα της «δεξιάς» ταυτίστηκαν με έννοιες όπως ο φασισμός, ο ρατσισμός και ο εθνικισμός, ενώ τα άκρα της «αριστεράς» ταυτίστηκαν με ενεργή καταστολή των πλουσιότερων στρωμάτων και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Το πέρα άκρο της «αριστεράς», αναρχία ενώ το πέρα άκρο της «δεξιάς» απόλυτη αρχή.
Σε πρώτη ανάγνωση θα έλεγε κανείς ότι η έννοια της «δικτατορίας» ανήκει στην «δεξιά». Όμως η ιστορία αποδεικνύει πως η «δικτατορία» είναι ένα σχήμα στο οποίο προσφεύγει οποιαδήποτε κυβέρνηση, ή τάση, η οποία το βρίσκει δύσκολο να συνεχίσει να υπάρχει βασισμένη στην φυσική της βιωσιμότητα. Άλλωστε, η έκφραση «Δικτατορία του Προλεταριάτου» αποτελεί μέρος της Μαρξιστικής θεωρίας, μιας θεωρίας που μόνο «δεξιά» δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Μάλιστα, οι περισσότερες δικτατορίες στην Ιστορία του περασμένου αιώνα ξεκίνησαν από τον «σοσιαλισμό», βλ., Μουσολίνι, Χίτλερ, Στάλιν, δύο εκ των οποίων κατέληξαν στην ακροδεξιά και μία παρίστανε τον κομουνισμό.
Η ικανότητα μιας κυβέρνησης να παραμένει βιώσιμη για την πλειοψηφία μιας κοινωνίας εξαρτάται από το πόσο ισχυρή και ανεξάρτητη και λειτουργούσα είναι η εθνική οικονομία και τον βαθμό στον οποίον μια οποιαδήποτε εθνική οικονομία βαραίνει τον μηχανισμό της κυβέρνησης. Είτε ελεύθερη είτε κατευθυνόμενη, η οικονομία προσδιορίζει την βιωσιμότητα οποιασδήποτε κυβέρνησης.
Μια κυβέρνηση χρειάζεται υγιή εθνική οικονομία για να είναι βιώσιμη, και, όσο πιο «αριστερά» βρίσκεται μια κυβέρνηση τόσο περισσότερο ταυτίζεται με το πόσο ισχυρή είναι η εθνική οικονομία.
Όταν μια χώρα χρωστάει περισσότερα από όσα παράγει και όταν μια χώρα δεν διαθέτει βιομηχανία, όταν μια χώρα δεν παράγει ούτε τα μισά από τα προϊόντα που καταναλώνει, ούτε η «αριστερά» ούτε η «δεξιά» μπορούν να υλοποιήσουν χρήμα από αέρα κοπανιστό.
Τα απαραίτητα προϊόντα, και τα χρήματα για να αγοραστούν τα προϊόντα, πρέπει να διατεθούν στην χώρα από εκείνους που τα έχουν, και εκείνοι βρίσκονται εκτός της χώρας. Η χώρα τότε καθίσταται εξαρτώμενη από εξωτερικούς παράγοντες και η οποιαδήποτε «αριστερή» ή «δεξιά» κυβέρνηση παύει να έχει οποιαδήποτε ισχύ και μετατρέπεται σε συντονιστή της διευκόλυνσης της διάθεσης των προϊόντων και της ρευστότητας όπως την κατευθύνουν οι προμηθευτές από την σφαίρα εκτός της χώρας.
Όση φιλοσοφία και λεκτικές ακροβασίες και να αποπειραθούμε, επιστρέφουμε στην πραγματικότητα του ότι η «δεξιά» είναι η κυβέρνηση και η «αριστερά» είναι η αντιπολίτευση. Γεγονός το οποίο εκλιπαρεί την ερώτηση του πως «αριστεροί» πιστεύουν ότι είναι δυνατόν να παραμείνουν «αριστεροί» όταν γίνουν κυβέρνηση.
Την στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση αναγκάστηκε να μεταλλάξει από «αριστερά» σε «δεξιά» και για να το καλύψει αυτό το γεγονός, αλλά και για να μπορέσει να επιτύχει το οτιδήποτε, αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει αμέσως ή εμμέσως ορισμένες πρακτικές δικτατορικές. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί εκπλαγήκανε οι «αριστεροί» ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ όταν ο αρχηγός τους αναγκάστηκε, για να παραμείνει στην εξουσία, να γίνει αυταρχικότερος και χειρότερος από την κεντροδεξιά την οποία αντικατέστησε.
Η Έλληνες είχαν και έχουν δύο επιλογές και δύο επιλογές μόνο, άσχετες με «αριστερά» ή «δεξιά»: Να απομονωθούν από τον υπόλοιπο κόσμο και να ζήσουν με πάρα, πάρα πολύ λιγότερα και λιτότερα από όσο είχαν συνηθίσει, ή να παραμείνουν μέρος ενός διεθνισμού ο οποίος θα υπαγορεύσει σε οποιαδήποτε κυβέρνηση τι να κάνει στο εσωτερικό.
Αν οι Έλληνες επιλέγουν να παραμένουν στον διεθνισμό καταναλώνοντας προϊόντα τα οποία δεν παράγουν, η οποιαδήποτε κυβέρνηση θα λειτουργεί σαν «δεξιά» γιατί έτσι θα της επιβάλλουν οι δανειστές της. Σε αυτή την περίπτωση οι Έλληνες μπορούν να επιλέξουν κυβέρνηση που να ταυτίζεται με την «δεξιά» και να φέρεται σαν «δεξιά», ή κυβέρνηση που να ταυτίζεται με την «αριστερά», για τα μάτια, αλλά να φέρεται σαν «δεξιά» είτε τους αρέσει είτε όχι.
Ο καημένος ο τσίπρας δεν είχε άλλη επιλογή αν ήθελε να παραμείνει στην εξουσία. Μπορεί όταν ήταν αντιπολίτευση να είχε αυταπάτες, όπως παραδέχτηκε, αλλά οι αυταπάτες για εκείνον τέλειωσαν. Για σας; Πως πάνε οι αυταπάτες για σας; Κρατάνε καλά;
Τι έχει παραμείνει άραγε στο οπλοστάσιο του τσίπρα για την μάχη του να τον διατηρήσουν στην εξουσία εκείνοι που έχουν ακόμα αυταπάτες; Χρωματιστές και γυαλιστερές χάντρες! Αναθεώρηση του Συντάγματος. Και, φυσικά, δημοψήφισμα. Αν και ο Πρόεδρος διαφωνεί με την συνταγματικότητα του δημοψηφίσματος όσον αφορά αναθεώρηση του Συντάγματος. Απομένει να αποφασίσει ο τσίπρας πως να μοιράσει τις γυαλιστερές και πολύχρωμες χάντρες στους ιθαγενείς χωρίς να βρει και μεγάλο μπελά, συνταγματικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου